ΕΞΟΥΣΙΑ Φεβρουάριος 1997
ΕΞΟΥΣΙΑ
27 Φεβρουαρίου 1997
Κατερίνα Παπαγεωργίου
Ούτε τα εγγόνια μας θα δουν Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Πριν από δεκαεπτά χρόνια άνοιξε στην οδό Ξενοκράτους στο Κολωνάκι την γκαλερί «Μέδουσα». Στον ίδιο δρόμο, πριν από πέντε χρόνια, προστέθηκε η αντιγκαλερί «Μέδουσα +1». Κοντά της ξεκίνησαν την καριέρα τους αρκετοί νέοι καλλιτέχνες. Το επόμενο βήμα της Μαρίας Δημητριάδη θα γίνει σύντομα και θα είναι απρόσμενο. Σίγουρα όμως πάντα κοντά στην τέχνη.
Το σπίτι της στο Κολωνάκι είναι λιτό. Τα έργα τέχνης δεσπόζουν σε κάθε γωνιά. Το ίδιο συμβαίνει και με το εξοχικό της στην Πάρο, όπου η Μαρία πηγαινοέρχεται όλο το χρόνο.
«Πιστεύω», μου λεει, «πως ακόμα κι αν δεν είχα ανοίξει την γκαλερί, θα έβρισκα έναν τρόπο να ζω με έργα τέχνης γύρω μου. Δίνουν μαγεία στη ζωή μου, με γαληνεύουν. Γι’ αυτό, ότι και να κάνω στο μέλλον, καθώς τα πράγματα είναι ρευστά, αποκλείεται να μην έχει σχέση με την τέχνη»
Μέχρι τότε ποιος θα είναι ο στόχος της;
«Η προώθηση των συνεργατών μου στο εξωτερικό. Μια δυσβάσταχτη οικονομικά ιστορία. Δυστυχώς, ενώ έχουμε πολύ καλό δυναμικό στην τέχνη, που άνετα μπορεί να σταθεί έξω, το κράτος δεν κάνει τίποτα για να βοηθήσει. Εδώ είμαστε η μόνη χώρα στα Βαλκάνια που δεν έχουμε Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης¨».
Πιστεύει πως θα έπρεπε να συστεγασθεί το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης με το Λύκειο του Αριστοτέλη;
«Φυσικά. Μακάρι να υπήρχε και δίπλα στην Ακρόπολη Μουσείo Μοντέρνας Τέχνης για να μπορούσαμε να δούμε τι ήταν η Ελλάδα τότε και τι είναι τώρα».
Τι θα μπορούσε να γίνει, κατά τη γνώμη της, έως ότου ανοίξει το μουσείο, ώστε να προωθηθεί η τέχνη;
«Οι συλλέκτες που αγαπούν την τέχνη και στήνουν δίπλα στο σπίτι τους ιδιωτικό μουσείο – ανάμεσά τους ο Βορρές, ο Πιερίδης, ο Δάκης – θα μπορούσαν να φτιάξουν ένα κοινό χώρο, παραχωρώντας τρία έργα ο καθένας. Να γίνει δηλαδή κάτι με ιδιωτική πρωτοβουλία. Γιατί είναι φως φανάρι πως ούτε τα εγγόνια μας δεν θα δουν Μουσεί oΜοντέρνας Τέχνης? Επίσης, ας μπουν έργα στα αεροδρόμια, στα καζίνα, στις τράπεζες, όπως γίνεται στην Πίστεως.
Το υπουργείο Πολιτισμού θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει τέσσερις έστω γκαλερί, ώστε να πηγαίνουν κάθε χρόνο στις φουάρ. Δυστυχώς όμως οι γκαλερίστες θεωρούνται από πολλούς έμποροι. Από το υπουργείο Πολιτισμού και από την Εφορία έχουμε ίδια αντιμετώπιση με εκείνους που πουλάνε παπούτσια?»
Όλα αυτά έχουν επιπτώσεις στους Έλληνες γλύπτες και ζωγράφους;
«Φυσικά. Είναι ένας λόγος που πολλοί καλοί καλλιτέχνες, ενώ ξεκίνησαν δυναμικά την καριέρα τους, χωρίς προοπτικές να τους εξιτάρουν, έπεσαν σε τέλμα. Έγιναν αντιγραφείς του εαυτού τους».
Στην τοπική αγορά τι παιχνίδια παίζονται;
“Προς το παρόν, τo παιχνίδι της παρέας. Αγοράζουν δηλαδή οι περισσότεροι (πάντα υπάρχουν και οι εξαιρέσεις0 τα έργα εκείνων με τους οποίους τα έχουν πιει το βράδυ. Γι’ αυτό βλέπω πολύ θετικά το ενδεχόμενο να ανοίξουν δέκα ξένες γκαλερί στην Αθήνα.
Η τιμή των έργων ανταποκρίνεται συνήθως στην αξία τους;
«Όχι, κατά ένα μεγάλο ποσοστό ανταποκρίνονται περισσότερο στις δημόσιες σχέσεις του κάθε καλλιτέχνη. Έχουμε φθάσει σε σημείο ο καλλιτέχνης να μην έχει χρόνο να δουλέψει γιατί σέρνεται από δω κι από κει, κάνοντας δημόσιες σχέσεις του εαυτού του».
Έχει συμβιβασθεί ποτέ για εμπορικούς λόγους, προβάλλοντας έργα καλλιτεχνών στους οποίους δεν πιστεύει;
«Θα πάθαινα κατάθλιψη αν για ένα μήνα έβλεπα στην γκαλερί μου έργα που δεν μου αρέσουν. Ακόμα όμως πρέπει, μετά από δεκαπέντε χρόνια, να παλεύω με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ και του ΟΤΕ. Είναι πολύ κουραστικό να κάνεις εκθέσεις αντιεμπορικές και να μην έχεις βοήθεια από κανέναν».
Ποιο είναι το πορτρέτο του Νεοέλληνα συλλέκτη;
«Υπάρχουν εκείνοι που αγαπούν την τέχνη, εκείνοι που αγοράζουν έργα του καλλιτέχνη που ακούγεται πολύ, κι εκείνοι που βλέπουν την τέχνη ως επένδυση. Ας μην αγνοούμε πως ένα έργο του Δημητράκη, για παράδειγμα, που πριν τρία χρόνια έκανε 50.000 σήμερα στοιχίζει 300.000 δρχ».
Πως μπορούν οι νέοι που παρακολουθούν εκθέσεις και ενδιαφέρονται για την τέχνη, αλλά δεν έχουν οικονομική ευχέρεια να αποκτήσουν τα έργα που θαυμάζουν;
«Έχω χαμηλές τιμές αλλά κάνω και ευκολίες πληρωμής, ώστε τα έργα που προβάλλω να τα απολαμβάνουν όσο γίνεται περισσότεροι. Πόσο μάλλον που το 80% της πελατείας μου είναι νέοι».
Η ζωγραφική είναι η τέχνη των μειονοτήτων;
«Όχι, βέβαια. Έχω πελάτες ακόμα και από την επαρχία. Δεν είναι τυχαίο που σε ένα μικρό κράτος όπως η Ελλάδα υπάρχουν τόσες γκαλερί. Αυτό σημαίνει πως έχουν ανταπόκριση».