ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
21 Μαρτίου 1994
Μαρία Μαραγκού
Μια Νίκη κουρελού
Ο αρχαίος ελληνικός μύθος αλλά και τα έργα που δημιούργησε ο ελληνικός πολιτισμός σαφώς και έχουν επηρεάσει με τρόπο πολυποίκιλο τη νεότερη τέχνη. Και δεν θα αναφερθώ στην επίδραση που δέχτηκε η μοντέρνα τέχνη από τα κυκλαδικά ειδώλια, ούτε βέβαια στο ότι η καθαρότητα των αττικών σχεδίων των αγγείων επέδρασε άμεσα στη δουλειά του ΄Ενγκρ ή του Ραφαέλ αλλά και στις έμμεσες και άμεσες αναφορές στα ίδια τα προϊστορικά αρχαιοελληνικά θέματα. Πιο γνωστό παράδειγμα στο δικό μας αιώνα ο Πάμπλο Πικάσο με τη σειρά του πάνω στο μύθο του Μινώταυρου, ή του Οδυσσέα αλλά και των συμβόλων Κουκουβάγια, η αγαπημένη της θεάς Αθηνάς και Κατσίκα, η τροφός του Δία.
Αυτή η ελληνολατρεία ή αν θέλετε η μετάγγιση χυμών μέσα από αναφορές του ελληνικού μύθου στη σύγχρονη τέχνη, με τρόπο εικονολατρικό ή εικονοκλαστικό, τόσο συχνή στους καλλιτέχνες της Ευρώπης, στον 19ο αλλά και σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα και στις μέρες μας, για τους Έλληνες καλλιτέχνες εκείνους τουλάχιστον που αντιτάχτηκαν σφόδρα στους όρους που επέβαλλε η λεγόμενη ελληνικότητα, υπήρξε ταμπού.
Τα πολύ τελευταία χρόνια, μοιάζει να ξεπερνιούνται οι δυσαρμονίες της καταγωγής και ν’ αναζητείται η σύνδεση με το λώρο δίχως να παρεμβάλλονται θέματα ενοχής που έχουν την καταγωγή τους στην φόρμα κι αν θα αναπαριστά το συγκεκριμένο αλλά και αν θα προβάλλει την όποια «ενοχοποιητική» προγονολατρεία.
Από τους σύγχρονους καλλιτέχνες που επανεξετάζουν τη σύνδεσή τους με τη βαθύτερη καταγωγή, η Άσπα Στασινοπούλου, που μετά τον Απόλλωνα του Αρτεμισίου που αναπαράγει σε κερί και καίει, δημιουργεί τώρα μια σειρά από Νίκες, στην γκαλερί «Μέδουσα» αναφορά στη Νίκη της Σαμοθράκης.
Αλλά αν ο Απόλλων ήταν ένας υπέρλαμπρος νέος, ακριβές αντίγραφο του μοναδικού γλυπτού, η Νίκη είναι μια τρισδιάστατη φιγούρα, που η Στασινοπούλου την παρατηρεί από διάφορες οπτικές γωνίες και στάσεις στις οποίες μεταλλάσσεται και μεταλλάσσει το περίγραμμά της, τονίζοντάς το με το χρώμα του νέον, διατηρώντας πάντα τη διάθεση αυτοσαρκασμού.
Αλλά ο αυτοσαρκασμός που ενέχει και μια κριτική στάση δεν είναι για το ίδιο το έργο, για την ίδια την υπέρλαμπρη Νίκη αλλά για τα αποσπάσματά της όπως εκείνα έχουν περάσει στους επιγόνους των αρχαίων «ημών» προγόνων, που κάνουν διάλογο μ’ αυτά.
Καρδιά,, λοιπόν, που ματώνουν, σύρματα που φυλακίζουν και πούπουλα που πολύ εύκολα μπορεί να τα πάρει ο άνεμος, η σημερινή Νίκη, τραγική και φτηνιάρα, εικόνα και ομοίωση της σημερινής πολιτιστική μας υπόσταση, μόνο το όνομα έχει κοινό με εκείνη τη Νίκη.
Λοιπόν, τι κάνει η ΄Ασπα Στασινοπούλου; Με τα ίδια μέσα που δούλευε ως σήμερα, εννοώ ζωγραφική της εικόνας με πολλά και ποικίλα υλικά και μέσα, δημιουργεί αυτή τη δουλειά μεστή, καθαρή και τραγική για να μιλήσει τις νίκες και τις Νίκες. Του χρόνου μας, με τρόπο άμεσο και σαφή στην ωριμότερη (ως τώρα) περίοδο της δουλειάς της. Την πιο αυτοσαρκαστική, και κριτική προς εαυτόν και αλλήλους.
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ
Μάρτιος 1994
Όλγα Μπατή
Έργα εμπνευσμένα από τη Νίκη της Σαμοθράκης
Τα σύγχρονα έργα τέχνης είναι γεγονός το ότι μπορούν και οφείλουν να ανοίξουν ορίζοντες εγκεφαλικής τέρψης και να κεντρίσουν τη φαντασία του θεατή. Συνήθως, παρουσιάζουν έναν κόσμο μετατοπισμένο στο πεδίο της φαντασίας και αυτόν ακριβώς τον κόσμο είναι που αμφισβητούν πρόσφατα οι όψιμοι θιασώτες της παραστατικής ζωγραφικής, ιδιαίτερα στον τόπο μας. Αυτοί οι τελευταίοι ισχυρίζονται ότι συνήθως η αφηρημένη τέχνη καθιστά το διάλογο αδύνατο και δεν έχει να προσφέρει παρά παραισθήσεις τέχνης εκεί που η κλασική ζωγραφική παρουσιάζει ειδικές, απτές και σαφείς προτάσεις.
Όλα αυτά και άλλα πολλά έρχονται στο νου καθώς περιφερόμαστε μέσα στο χώρο της γκαλερί «Μέδουσα». Όπου τα πέντε τεράστια έργα της Άσπας Στασινοπούλου ζητούν αναγνώστη. Ζητούν αναγνώστη εκεί που η «καλλιτεχνική αναρχία γίνεται η ηγεμονική άποψη της εικόνας και συντάσσει νέες αρχές, νέες οπτικές, μέτρα και ρυθμούς.
Με τον τίτλο «Νίκη», η Ασπα Στασινοπούλου γυρίζει στην ενότητα των έργων της, μια ενότητα η οποία κατακερματίζει και σύγχρονα ανασυνθέτει την ιδέα της Νίκης της Σαμοθράκης. Χρησιμοποιώντας μια νίκη τεχνική, καρφιά, κόλλες, ακρυλικά, νέον και φωτογραφία, η Στασινοπούλου αναζητεί μέσα από τις κατασκευές της την ειδική «βιολογική» σχέση ανάμεσα σ’ έναν μύθο και τον ίδιο της τον εαυτό. Τα συμβάντα που καθορίζουν το παρελθόν γίνονται γλυπτά πάνω στον πίνακα, εκτίθενται σαν ομοιόμορφες, αλλά σύγχρονα διαφορετικές απόψεις, πάνω στον τοίχο της γκαλερί. Υπάρχει σε αυτή τη δουλειά ένα ειδικό πνευματικό σφρίγος, που καθορίζει το όνειρο σε τέχνη. Ίσως υπερβάλλοντας αυτό το σφρίγος η Στασινοπούλου να χάνει ενίοτε τον έλεγχο της φόρμας, τον έλεγχο του οπτικού μέρους, αλλά ωστόσο η υπόσταση της τέχνης της παραμένει αρκετά σαφής.
Είναι μια τέχνη που τολμά και η τόλμη της την κάνει ύποπτη εικαστικά, την αφήνει ενίοτε έκθετη σε αυστηρές κριτικές, στην ουσία όμως της δίνει ακριβώς αυτό που χρειάζεται μια τέχνη για να ξεχωρίσει κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο. Τη φορτίζει με την «αρχική συγκίνηση», στοιχείο απαραίτητο σε κάθε είδος εικαστικής γραφής, το οποίο προσπαθεί να συνδυάσει την πολλαπλότητα των ρυθμών με την μονοτονία των πλάνων. Και ίσως αυτό το σημείο να είναι και το αδύνατο σημείο της δουλειάς που η Στασινοπούλου εκθέτει δοξάζοντας τη «Νίκη» της. Ότι δηλαδή τα πλάνα παραμένουν αρκετά μονότονα τη στιγμή που η βασική ιδέα της ενότητας θα μπορούσε να αναπτυχθεί ελεύθερα και μέσα από πιο ρυθμικές διαβαθμίσεις. Παρ’ όλα αυτά τα πέντε έργα της Στασινοπούλου ισχύουν. Γιατί έχουν γίνει με τη βασική πίστη ότι η τέχνη είναι άποψη προσωπική, παιχνίδι των υλικών και προπάντων ρίσκο. Ρίσκο αισθητικής και ματιέρας.
ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ
Μάρτιος 1994
Τάκης Μαυρωτάς
ΝΙΚΗ
Μετά την αντρική μορφή με την περικεφαλαία, τον έφηβο των Αντικυθήρων, τον Έφηβο του Μαραθώνα και τον Ποσειδώνα του Αρτεμισίου τώρα η Νίκη της Σαμοθράκης, προκαλεί δημιουργικά την Άσπα Στασινοπούλου. Δεκαπέντε κατασκευές, μικρών και μεγάλων διαστάσεων, φτιαγμένες από σίδερο, καρφιά, φτερά, νέον και τμήματα ειδικά επεξεργασμένων φυτογραφικών επιφανειών ολοκληρώνουν τη νέα της δουλειά των τελευταίων τριών χρόνων. Τα υλικά της παραμένουν τα ίδια, αποκαλύπτοντας τη συνέπεια των οραματικών της κατευθύνσεων ως προς την έρευνα και την απόδοση της προσωπικής εικαστικής της γραφής. Εικόνες χωρίς χρωματικές επεμβάσεις, φτιαγμένες με την μέθοδο της συναρμολόγησης (assemblage), προσεγγίζουν με το δικό τους ιδιότυπο τρόπο το φημισμένο γλυπτό της κλασικής αρχαιότητας, τη Νίκη της Σαμοθράκης. Η ίδια η καλλιτέχνης μας εξομολογήθηκε: «Είδα τη Νίκη της Σαμοθράκης στο Λούβρο σε ηλικία 15 ετών. Η Νίκη, για μένα, είναι συγχρόνως δυνατή και αέρινη, αφού ακόμα και μέσα στον κλειστό χώρο του μουσείο καταφέρνει να ίπταται. Η δική μου προσέγγιση βασίστηκε στις εμπειρίες και τα βιώματα πολλών χρόνων και τελικά στην ανάγκη να εξηγήσω πως συμβαίνει αυτό το φως που κινείται από τα φτερά, στην πλάτη, στη χλαμύδα, στο μυαλό μου.