ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008
Μαρία Μαραγκού
Χειροποίητες έννοιες
Ιδιαίτερη περίπτωση η Βούλα Μασούρα, παρουσιάζει γιγαντιαία επιτοίχια, οργανωμένα από την κωπιιώδη χειρωναξία του ζωγράφου, ο οποίος στη ουσία μετρά και γράφει τα ίχνη του χρόνου. Η έκθεση στην γκαλερί «Μέδουσα» σχεδόν δυσχερής στην ανάγνωσή της, σαν κόμποι που προσπαθούν να λύσουν το γρίφο, εμπλέκοντας ακόμη περισσότερο τον ιστό.
Η αφηρημένη ζωγραφική, ιστορικά, έχει συνδεθεί με εκρήξεις χρωματικών πεδίων και απεικονίσεις χειρονομιών έντονων και βίαιων. Εδώ, τα ακαθόριστα σχήματα και οι φόρμες ακολουθούν τη ροή μιας φθοράς σε εξέλιξη που υπόκεινται στους νόμους της φύσης και τους νόμους της τέχνης, αποδεχόμενη το επέκεινα, σχεδόν στωικά.
Κάπως, σαν γιαπωνέζικο τελετουργικό – εξάλλου η ίδια η δομή τους αναφέρεται στη γιαπωνέζικη τέχνη- όπου και οι πλέον βίαιες πράξεις έρχονται φυσικά, αυθόρμητα και ήσυχα.
Τα έργα συνδέονται άρρηκτα με το παρελθόν τους, τα πλέγματα των φυσικών υλών και τα «Λάβαρα» αφού εμπλέκουν και πάλι τη ζωή και το θάνατο της φύσης αλλά και την καταγραμμένη μνήμη που δοξάζεται.
Ο κόπος και η σκέψη ωστόσο μετρούν τις έννοιες που εσωκλείει η ζωγραφισμένη επιφάνεια και τους σταθμούς- διαστήματα στο ίδιο χρώμα, με την πίστη ότι ζωή και θάνατος εναλλάσσουν ρόλους και μορφές.
ΤΑ ΝΕΑ
23 Απριλίου 2008
Χάρης Καμπουρίδης
Εικαστικές μετωνυμίες της Ανάστασης
Η πρώτη όψη βέβαια δεν είναι πάντα αυτό που τα έργα τέχνης δείχνουν στην ουσία τους, αλλά όταν δύο εκθέσεις ονομάζονται ή μία «Υπνος» και η άλλη «Λήθης αναίρεση» τότε ο προβληματισμός φαίνεται ταιριαστός με το μεγαλοβδομαδιάτικο κλίμα. Μεταφυσικό το εκφραστικό αίτημα και στις δύο εκθέσεις, συμβολική προέκταση του δίπολου «Θάνατος – Ανάσταση», με διατύπωση εξειδικευμένη μέσα από φόρμες εικαστικές που εκπροσωπούν ώριμους καλλιτέχνες.
Η αναίρεση της λήθης γίνεται από τη Βούλα Μασούρα και αποτελείται από μισοδιαλυμένα υφάσματα ξέφτια που αποσυντίθενται σε μια επίπεδη επιφάνεια ως ίχνη αφομοίωσης του χρόνου και της φθαρμένης ύλης. Με αφαιρετικές, αλλά και γνώριμες ταυτόχρονα, φόρμες μοιάζουν οι πίνακες, σαν μεγεθυσμένες μικροσκοπικές ίνες ή σαν περγαμηνή στις ακτίνες ρέντγκεν, ο θεατής αισθάνεται πράγματι ότι η ζωγράφος ξαναδίνει «δεύτερη ζωή» στα σπαράγματα, τα υπόλοιπα, μιας προηγούμενης, μήνυμα θετικό και αισιόδοξο χωρίς αμφιβολία,, παρά το κάπως αποθαρρυντικό καφεκίτρινο χρώμα που σχηματίζεται από τα ξαναμονταρισμένα ράκη. Οι πίνακες είναι καλοσχεδιασμένοι, η χειροτεχνική εμμονή και ικανότητα της Μασούρα αναδεικνύεται πάλι όπως και στην χωρουφαντική, προ ετών, με τα τρισδιάστατα έργα από χόρτα και σχοινιά. Ωστόσο, ο καλλιτεχνικός προβληματισμός αυτής της κατεύθυνσης είναι αρκετά κατοικημένος από τα χρόνια του γαλλικού νεορεαλισμού με τα ξαναχρησιμοποιημένα βιομηχανικά σκουπίδια, κι ακόμα πιο πριν με τα ανάλογα έργα των ντανταιστών. Θυμηθήκαμε επίσης και τη δουλειά της Ρ. Παπασπύρου με τις ανασυνθέσεις αποκολλημένων σοβάδων ή του πρόωρα χαμένου Στ. Λογοθέτη που πριν από 30 χρόνια μετέφερε στο μουσαμά τη φθορά από τη θάλασσα ή λιμνάζοντα νερά, σε μια εκδήλωση του «Δεσμού».
CULTURE 53
7 Μαρτίου 2008
Βιβή Βασιλοπούλου
Πέρα από τη λήθη
Στα τοπία του χρόνου εκτυλίσσεται η καλλιτεχνική περιπέτεια της ζωγράφου Βούλας Μασούρα, που συνοψίζει το έργο της ως εξής: «Όλα υπάρχουν από πάντα και μέσα μας μεταφέρουμε ολόκληρη την ιστορία της ανθρωπότητας. Το πρόβλημα είναι, λοιπόν, πώς να σκάψουμε στην εσωτερικότητά μας αρνούμενοι τους θορύβους του κόσμου και της εικονολατρίας, για να βγάλουμε στο φως τον κρυμμένο θησαυρό από τον καθέναν από εμάς».
Είναι γεγονός πως η καλλιτεχνική περιπέτεια της Βούλας Μασούρα εκτυλίσσεται στα τοπία του χρόνου. Βαδίζει, περιπατεί, περιπλανιέται στους χαμένους χώρους του χρόνου και στις μυστήριες απομακρύνσεις του με τη λογική της Flanerie, αλλά επίσης και με εκείνη τη λυπημένη λογική της ευσέβειας που, όπως ο «Καινούργιος άγγελος» του Walter Benjamin, θα ήθελε να ανασυνθέτει αυτό που συνέτριψαν η Ιστορία και οι ιστορίες, το οποίο συσσωρεύεται στα πόδια της στην τρικυμία του εφήμερου και του ανεπανάληπτου. Η συνέχιση της έρευνάς της και η γοητευτική της ποιητική πίστη δίνονται ακριβώς από αυτήν την παραμονή των ορογραφιών του χρόνου, που η ίδια διατρέχει σχεδόν με εμμονή για να συλλέγει και καμιά φορά να ανασκάβει θραύσματα, υπολείμματα, ίχνη, κομμάτια, για να τα ανασυνθέσει πάνω σε λεπτά, εύθραυστα, διάφανα υφάδια της μνήμης.
Για να υπογραμμίσω μια αρετή ασυνήθιστη, κατά τη γνώμη μου, αυτής της καλλιτέχνιδος: μια συνεχή ακάματη ανανέωση, νεανική, ρωμαλέα και ακόμη ριψοκίνδυνη, για να μην πω απερίσκεπτη. Ριζωμένη, όμως, πάνω στη σαφήνεια μιας ρωμαλέας, ώριμης, στέρεης συνέχισης της έμπνευσης και της φιλοσοφικής θέασης του κόσμου τελικά, πάνω σε αυτό που θα ονόμαζα μια ενσυνείδητη και πάσχουσα ακόμη ποιητική πίστη.
Συμπτώματα αυτά μιας σύλληψης του έργου τέχνης σαν «ανάλυση δίχως τέλος», όπως λέει ο Φρόιντ, σαν μια διαρκή έρευνα μιας συνάντησης-καθώς χάνεται και ανακαλείται στη μνήμη ξανά- με την αλήθεια του έργου, μιας εξερεύνησης του εαυτού στην ύπαρξη συχνά «τολμηρής»,με κόστος ακόμη και την απώλειά του. Σπάνιες αρετές σήμερα και πολύτιμες, εκκεντρικές. Θα μπορούσαμε να πούμε «αποσχιστικές» σε σχέση με τις ογκώδεις ομολογίες των ρευμάτων, μάλλον σε σχέση με τους σύγχρονους εκθεσιακούς κατακλυσμούς και τις αγοραίες ετεροκατευθυνόμενες μονοτονίες τους.
Ακόμη και εδώ, το κουράγιο της Βούλας Μασούρα να υπερασπίσει και να διατηρήσει αυτήν τη λεπτή τους δημιουργική εσωτερικότητα, αυτήν την προσωπική της σκέψη, ή μάλλον τη θεώρηση που της επιτρέπει ένα βάθος έμπνευσης τόσο μοναδικό και μια ποιητική εμπειρία τόσο πρωτότυπη και τέτοιας συγκινητικής συγχρονικότητας. Απομακρυσμένη και καλά προφυλαγμένη από τη φασαρία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης σαν σε λούνα πάρκ και από τα σούπερ μάρκετ των στερεότυπων και εφήμερων ¨»ανακαλύψεων».
Όπως η ίδια λέει: «Το ίδιο το έργο μου υποδεικνύει πως όλα υπάρχουν από πάντα και πως μέσα μας μεταφέρουμε ολόκληρη την ιστορία της ανθρωπότητας. Το πρόβλημα είναι, λοιπόν, πώς να σκάψουμε στην εσωτερικότητά μας αρνούμενοι τους θορύβους του κόσμου και της εικονολατρίας για να βγάλουμε στο φως τον κρυμμένο θησαυρό από τον καθέναν από εμάς».
….Καλώ τη Μνημοσύνη
τη σύντροφο του Δία στο κρεβάτι,
τη βασίλισσα.
που γέννησε τις άγιες Μούσες,
τις ιερές, με τις μελωδικές φωνές
πάντα κρατά τη μνήμη
μακριά απ’ την κακία που πληγώνει την καρδιά,
και δίνει συνοχή σε κάθε νου ανθρώπινο
που της ψυχής είν’ ο συγκάτοικος,
και των ανθρώπων αναπτύσσει
το λογισμό,
τον κραταιό, με τη μεγάλη δύναμη,
γλυκύτατη, που της αρέσει ν’ αγρυπνά
και να θυμίζει στον καθένα
το κάθε τι
που έχει γι’ αυτό μια γνώμη καταθέσει
μέσα στα στήθη του.
δεν παρεκτρέπεται σε τίποτα
και όλως τις ψυχές κρατά σ’ εγρήγορση
Όμως, μακάρια θεά,
κάνε να μένει ζωντανή στους μύστες
η ανάμνηση της ιερής τελετουργίας,
διώξε μακριά απ’ αυτούς τη λήψη
Ορφέως, «Αργοναυτικά» («Ύμνοι περί λίθων»)