ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ
22 Δεκεμβρίου 1989
Βιβή Βασιλοπούλου
Οικολογικό ανάγλυφο
Η Κατερίνα Αποστολίδου αντλεί από τη φύση τα θέματά της μεγεθύνοντας και προβάλλοντας μεμονωμένες εικόνες που εξυπηρετούν τις πλαστικές της αναζητήσεις και τις οικολογικές αναφορές.
Το “Παλιό λατομείο του Διόνυσου” επανέρχεται στη δουλειά της, μαζί με το “Κυπαρίσσι”, τον “Κοκκινόβραχο του Λεωνιδίου”, τις “Ρίζες” και τη “Σαύρα”.
Τα υλικά που χρησιμοποιεί, στουπί και λάδι, υπηρετούν τις θεματολογικές της επιλογές και προσδίδουν στα έργα μια αναγλυφότητα, πιθανή παραπομπή και στο γεωμορφολογικό ανάγλυφο.
Γενικά η δουλειά της επιβάλλεται όχι μόνο με τις διαστάσεις, αλλά και με τη ματιέρα και το ύφος, πολύ ώριμη για πρώτη ατομική και προφανώς εγγύηση για τις επόμενες.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
2 Ιανουαρίου 1990
Μαρία Μαραγκού
Νέες παρουσίες
Η Κατερίνα Αποστολίδου στην πρώτη της ατομική έκθεση στη «Μέδουσα» παρουσιάζει τοπία τοπιογραφώντας τη δική της υπαρξιακή αγωνία. Νεοεξπρεσιονιστική χειρονομία, πυκνό λεξιλόγιο, πρωτογενή σύνθεση και βιωμένο πάθος για αυτή την πολύ ζωγραφική δουλειά που υπόσχεται σημαντικό άνοιγμα.
Γιάννης Κολοκοτρώνης
Την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα, έχει διαμορφωθεί μια νεοεξπρεσιονιστική και νεομορφική τάση σαν ανεξάρτητα ξεχωριστή κίνηση αλλά με αρκετές συσχετίσεις και αναφορές στις διεθνείς τάσεις του ’80. Η παραπάνω εισαγωγική διαπίστωση έχεται να επιβεβαιωθεί και με τη νέα δουλειά της Κατερίνας Αποστολίδου. Γιατί, η ενότητα που παρουσιάζει η καλλιτέχνης στην πρώτης ατομική έκθεση είναι το δημιουργικό αποτέλεσμα της προσεκτικής μελέτης, της αφομοίωσης επιλεγμένων στοιχείων και της προσωπικής επανασύνθεσης του προβληματισμού και των εικαστικών διατυπώσεων των διεθνών νεοεξπρεσιονιστικών και νεομορφικών αναζητήσεων του ’80.
Τα θέματά της είναι παρμένα από τη φύση μεγεθύνοντας και τονίζοντας αποσπασματικά στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος όπως ρίζες δένδρων, τμήματα βουνοπλαγιών, η Κατερίνα Αποστολίδου επιχειρεί να κατορθώσει στη δουλειά της αυτό που ο Νίτσε όριζε σαν τέχνη στο πολυδιαβασμένο του βιβλίο «Η γέννηση της Τραγωδίας», δηλαδή όχι απλά να μιμηθεί τη φυσική πραγματικότητα αλλά και να συναντήσει το μεταφυσικό συμπλήρωμα της φυσικής πραγματικότητας. Όμως, η επιλογή του θέματος σε αυτή την ενότητα της καλλιτέχνιδος ικανοποιεί μια ρομαντική, προφητική και παράλληλα προειδοποιητική διάθεσή της απέναντι στον απειλητικό κίνδυνο της ανελέητης καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος του ανθρώπου από αυτόν τον ίδιο;
«Η στάση μου στο πρόβλημα είναι καθαρά ποιητική κάτι που έτσι κι αλλιώς δύσκολα περιγράφεται με καθημερινά φραστικά και λεκτικά σχήματα. Η συνεχής μου προσπάθεια για την διεύρυνση και γνώση των ορίων, για νέες περιοχές αισθημάτων, αντιπαλεύει τη γενικότερη αλλοτρίωση και αποξένωση αυτό άλλωστε συμβαίνει στην προσπάθεια κάθε ενεργοποιημένου καλλιτέχνη. Έτσι νομίζω ότι εμπεριέχει την ευαισθητοποίηση του ανθρώπου πάνω στο οικολογικό πρόβλημα». Η απάντηση της Κατερίνας Αποστολίδου έρχεται να αγγίξει στην ουσία τα σημερινά υπαρξιακά αδιέξοδα στη ζωή μας και να αποκαταστήσει τον Νιτσεϊκό τραγικό μύθο όσο αυτός ανήκει πραγματικά στην Τέχνη και στον «ενεργοποιημένο» καλλιτέχνη.
Η πορεία της παραγωγής της εικόνας από την καλλιτέχνιδα ακολουθεί τους «ακαθόριστους κανόνες» του «κτισίματος της ύλης» πάνω στη δισδιάστατη επιφάνεια του μουσαμά. Το βούτηγμα του στουπιού στο χρώμα, μια κίνηση που κουβαλά το βαρύ φορτίο της ιστορίας με την έντονη χειρονομιακή διαδικασία του de Kooning και του Yves Klein ακολουθεί το κόλλημά του πάνω στην επιφάνεια του μουσαμά και κατόπιν το πλάσιμο της φόρμας, η διαμόρφωση του υλικού. Εδώ η Αποστολίδου παρασύρεται στην περιπέτεια της πλαστικής. Η ένταση στη χειρονομία σε μια αμφίδρομη σχέση με τη συναισθηματική υπερφόρτιση και από την άλλη, η επιδίωξη της καλλιτέχνιδος όχι απλά να καταγράψει τις προθέσεις της αλλά και να μετασχηματίσει το φυσικό τοπίο σε εσωτερικό υποβλητικό – ψυχολογικό πεδίο, προσδίδουν ένα διευρυμένο συμβολικό χαρακτήρα που συμμετέχει κι αυτός στο γενικό μεταμορφωτικό σκοπό της τέχνης.