CULTURE
O KΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ
Βιβή Βασιλοπούλου
Φως παγιδευμένο σε πλεξιγκλάς
Ο Νάκης Ταστσιόγλου είναι συνεπής στο ραντεβού του, στη «Μέδουσα», στους χρόνους, στο υλικό, στη διαφάνεια.
Προχωρεί ακόμη περισσότερο την έρευνα των μέσων και ολοκληρώνει εννοιολογικά με τον κύκλο της ζωής.
Από τη γέννηση ως το θάνατο. Με περισσότερο ή λιγότερο ευανάγνωστους συμβολισμούς και μέσα από σαφείς υπαινιγμούς, ο επισκέπτης της έκθεσης διατρέχει μια ζωή, «τις ζωές των άλλων», και τη δική του παρουσία μέσα από τους μεγάλους καθρέφτες της έκθεσης.
Ένα έργο βαθύτατα υπαρξιακό και καλλιτεχνικό που αξίζει να το «βιώσει» κανείς και να δώσει το λόγο στην φαντασία.
«Τον καιρό εκείνο, ο κόσμος των καθρεφτών και ο κόσμος των ανθρώπων δεν ήταν όπως είναι σήμερα. Ούτε τα όντα, τα χρώματα και τα σχήματα ήταν τα ίδια. Και τα δύο βασίλεια, καθρεφτών και ανθρώπων, ζούσαν αρμονικά. Μπορούσες να πας και να ‘ρθεις μέσα από τους καθρέφτες. Κι όμως, μια νύχτα εισέβαλαν στη γη οι άνθρωποι των καθρεφτών, που είχαν μεγάλη δύναμη. Ο άρχοντας του τόπου, ωστόσο, τους απέκρουσε και τους περιόρισε σε “απλά δουλικά καθήκοντα”,
Τους συνέλαβε, τους φυλάκισε και τους ανάγκασε να επαναλαμβάνονται μόνο μέσα από τις ανθρώπινες πράξεις. Ύστερα άρχισαν να σαλεύουν άλλα σχήματα, για να λυθούν τα μάγια».
Πιστεύω ότι και μόνο αυτό το κείμενο, κυρίως αυτό το κείμενο από τα «φανταστικά» ιστορήματα του Μπόρχες για την «Πανίδα των Καθρεφτών», είναι το πιο «αρμόδιο» για να υπομνηματίσει τη μαγική δουλειά του Ν. Ταστσιόγλου.
Το έργο του Ταστσιόγλου, με μεγάλη ευαισθησία, καταθέτει τη διττή υπόσταση της τέχνης, την υλική και πνευματική της φύση. Το έργο τέχνης, ως κατασκεύασμα διανοητικών διαδικασιών, υπογραμμίζεται ως άυλη, σχεδόν ασώματη παρουσία, καταλυτική όμως για μια νέα ανάγνωση του ανθρώπινου σώματος. Η παρουσία του λειτουργεί ως ένα απαλό νεύμα, ως μια διάφανη μεμβράνη πάνω στο σκηνικό της ζωής και της ύπαρξής μας.
Ο Νάκης Ταστσιόγλου αντιμετωπίζει τον θάνατο με χιούμορ. Από τη μεγεθυμένη φωτογραφία ενός ανθρώπινου κρανίου-μοτίβο που κατακλύζει τις συμβολικές νεκρές φύσεις του 17ου αιώνα, γνωστές ως vanistas – ως τους τωρινούς διάφανους σκελετούς, που υπογραμμίζουν τη ματαιότητα ματαιοτήτων και τη δημιουργική μελαγχολία του καλλιτέχνη.
Για υποψιασμένους
«Με ένα πλήθος αναφορών και παραπομπών υποδέχεται τον υποψιασμένο θεατή η καινούργια δουλειά του Νάκη Ταστσιόγλου στη «Μέδουσα», με όλους τους συνειρμούς, τη φόρτιση και το εννοιολογικό της περιεχόμενο.
Αν μιλούσαμε για την πύλη του Έρωτα και του Θανάτου, ας μη θεωρηθεί εύκολο, απλουστευμένο σχήμα, γιατί μέσα από αυτό το δεδομένο “δίπολο” περνάει όλη η ζωή και η πεμπτουσία της. Ο κύκλος αυτής της δουλειάς αρχίζει με μια φωτεινή ερωτική εισαγωγή και καταλήγει σε έναν αδιέξοδο σκοτεινό θάλαμο.
Και είναι σπουδαίο να βλέπει κανείς σε ορισμένα έργα στο σύνολο του έργου του Νάκη Ταστσιόγλου ότι η καμπύλη της φύσης διεκδικεί πόντους από την απαγορευτική γραμμή και αναπτύσσεται με ιδιαίτερη γοητεία – έτσι καθώς υποδηλώνει τα δικαιώματα του φυσικού έναντι του τεχνητού. Εκείνα της φυσικής οντότητας απέναντι στη λογική της προγραμματισμένης χάραξης.
Με τη διαχείριση της καμπύλης στη σπασμένη φόρμα ενός καπέλου ή ενός λουλουδιού, π.χ. ο Ταστσιόγλου αποδεικνύει ότι μπορεί άνετα να κάμπτει το υλικό και τις αντιστάσεις του και να υλοποιεί με μοναδικό τρόπο όχι μόνο νοητικά εφευρήματα, αλλά και φυσικά. Ούτως ή άλλως, οι επιλογές του οδηγούν σε ένα ειδικό περιβάλλον, προφυλαγμένο από κάθε τι ευτελές ή ατελές, από κάθε εισβολή κακόγουστου ιού. Η τάξη, οι κανόνες και η ευνομία, διαφυλαγμένες μέσα σε έναν χαοτικό περίγυρο, δημιουργούν έστω και στιγμιαία, εκτός από την αισθητική απόλαυση, και τόπο – ουτοπία για την περιφρούρηση και άλλων δικαιωμάτων».
Το κείμενο αυτό είναι από προηγούμενη δουλειά και παρατίθεται ως τεκμήριο έρευνας και συνέχειας στο έργο του καλλιτέχνη.
Η δουλειά του Ταστσιόγλου στο σύνολό της έχει έμπνευση και τόλμη.
Το παγιδευμένο φως. Το άυλο του πλεξιγκλάς. Η ποιητική φόρμα χωρίς ταμπού για την παγιδευμένη μας ύπαρξη. Τα κάτοπτρα και η λειτουργία τους ως έσοπτρο σε μια κατάδυση αυτογνωσίας. Η σχέση του έργου με τον θεατή και με το περιβάλλον, με τη ζωή και το πεπρωμένο της.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
8 Δεκεμβρίου 2008
Μαρία Μαραγκού
Η γεωμετρικότητα καλεί σε συμμετοχή
Ανασυνθέτοντας το αίτημα του έργου περιβάλλοντος, σήμερα στην «Μέδουσα», ο Νάκης Ταστσιόγλου οργανώνει τα πράγματα σχεδόν θεατρικά στη μεγάλη εγκατάσταση με τους καθρέπτες και το γλυπτό που υπερίπταται. Το γνωστό του «θέμα» κενό-διαφάνεια και όλα όσα εμπεριέχονται νοητικά, περνά από πιο προσωπικούς δρόμους ανιχνεύοντας στο αιώνιο ζήτημα ανθρώπου και τέχνης, εκείνο της ζωής και του θανάτου. Και όπου το vanitas, εισάγει μια μορφή θεαματικής ματαιοδοξίας. Το γλυπτό του καλλιτέχνη, λοιπόν, πέραν του ζητήματος του θανάτου με τη φόρμα του σκελετού, προχωρεί στη δημιουργία ενός έξοχου γλυπτού από καθρέφτη ο οποίος μας χλευάζει. Ο θεατής συμμετέχει μπαίνοντας στο κοίλο του γλυπτού και παραμορφώνεται. Ο καθρέφτης ως σύμβολο ναρκισσισμού και ματαιοδοξίας στην προκειμένη περίπτωση βγάζει σε όλους μας τη γλώσσα προσδίδοντάς μας την ομοιομορφία που επιτάσσει η κοινωνία της κατανάλωσης, μια ψηλόλιγνη φιγούρα.
Ισχυρό και ενδιαφέρον αυτό το στοιχείο. Ο αποκλεισμός στο κουτί-θάλαμο, τώρα γίνεται έγκλειστος πολυπρόσωπος και τραγικός. Νομίζω ότι ο Νάκης Ταστσιόγλου αναφέρεται σε προσωπικούς φόβους που είναι κοινοί αλλά, παράλληλα, περνά σε φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα, με μια αιχμηρή κριτική, την οποία απευθύνει και προς εαυτόν.
Και αν θέλετε, παρατηρήστε τον σκελετό που υπερίπταται πόσο στενά συνδέεται σε ό,τι μαζικά έχουμε στο μυαλό μας ως αντικείμενο design.
Πρόκειται για την υπέρβαση του καλλιτέχνη στον κριτικό του ρόλο που τον κάνει τολμηρότερο και ουσιαστικότερο από κάθε άλλη φορά.
Διαφανείς μεταβλητές διαστάσεις για απροσπέλαστα, σταθερά στη σκληρότητά τους ζητήματα.
ΕΣΤΙΑ
8 Δεκεμβρίου 2008
Κρίστα Κωνσταντινίδη
Ίχνη και αντανακλάσεις
Η έκθεση Νάκη Ταστσιόγλου
Καλλιτέχνης με γεμάτες αποσκευές, ο Νάκης Ταστσιόγλου (γεν.1955) ανοίγει από τη δεκαετία του ’80, δικούς του δρόμους στην γλυπτική με τη χρήση του πλεξιγκλάς. Υλικό αόρατο σχεδόν, του οποίου τη διαφάνεια εκμεταλλεύεται, αποφορτίζοντας το γλυπτό από τον όγκο του. Παράλληλα, εμβαθύνει σε ζητήματα φορμαλιστικά, όπως την αντίφαση υλικού-άυλου, πλήρους-κενού, γεωμετρικής πειθαρχίας –τυχαίου συμβάντος, παρουσίας-απουσίας.
Από τις πρώτες του ήδη ατομικές στην «Μέδουσα», το 1987, το 1994 ή ένα χρόνο αργότερα με τη συμμετοχή του στην Μπιεννάλε της Βενετίας, ο Τ. θέτει ουσιαστικά ζητήματα οπτικής αντίληψης, μέσα από αρχιτεκτονικών διαστάσεων έργα που ταυτίζονται με το χώρο αλλά και με το περιβάλλον, μεταμορφώνοντας τη λειτουργία τους. Φόρμες καθαρές, λιτή γεωμετρική δομή, με το ίδιο το υλικό να ενσωματώνει είδωλα του γύρω πεδίου.
Σήμερα, στην ένατη – αν δεν απατώμαι – ατομική έκθεση ο Τ. δημιουργεί, στην «Μέδουσα» πάντα, ένα εικαστικό περιβάλλον από τρεις εγκαταστάσεις που πραγματεύονται τη γέννηση, τη ζωή και τον θάνατο, μέσα από αλληγορίες υπαρξιακού τύπου. Ανθρωποειδή από πλεξιγκλάς αιωρούνται από την οροφή ενώ περιβάλλονται από κοίλους καθρέφτες που αντικατοπτρίζουν τα παραμορφωμένα είδωλα των θεατών. Σ’ ένα κατάμαυρο τοίχο κρέμεται ανάποδα ένας ανθρώπινος σκελετός από πλεξιγκλάς, υπενθυμίζοντας τη θνητή μας φύση.
Αν και είναι προφανής η σύνδεση με προηγούμενες δουλειές του ως προς τη διαφάνεια του υλικού, το παιχνίδι των αντανακλάσεων και – κυρίως – των ειδώλων, ο Τ. αναπτύσσει εδώ μια έντονη αφηγηματικότητα, μέσα από συμβολισμούς που απομακρύνουν το έργο από την αρχιτεκτονική του δομή. Και, κατά συνέπεια, από την προβολή ουσιαστικών ζητημάτων χώρου, τα οποία ο Τ. και κατέχει και χειρίζεται με μοναδικό τρόπο.