ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Κυριακή 7 Μαϊου 1995
Μαρία Μαραγκού
Στο κάδρο η Ειρήνη Απέργη
Έφυγε, αιφνίδια σχεδόν, λίγο πριν μπει το τελευταίο φθινόπωρο και την ξαναβρίσκουμε, άνοιξη, με όλα τα εξαίσια εκείνα τούλινα πανιά που έκαναν γεωμετρικές φόρμες. Η τελευταία δουλειά της Ειρήνης Απέργη, εκείνη που ετοίμαζε πυρετωδώς, ανάμεσα σε νοσοκομεία και δύσκολες επεμβάσεις συγκεντρωμένη ως τις 3 Ιουνίου στην γκαλερί «Μέδουσα»
Άγνωστη στο μεγάλο κοινό, ως το 1978 που άρχισε να εκθέτει, η Ειρήνη μένει ένα από τα δείγματα εκείνα της θέσης της γυναίκας στην κοινωνία της τέχνης, όσο προοδευμένη κι αν είναι η κοινωνία αυτή. Με δύο λόγια, το μεγάλο κομμάτι της ζωής της πέρασε στη σιωπή, δίπλα στη φήμη του συζύγου της, του γλύπτη Αχιλλέα Απέργη.
Η δουλειά της, όπως εμφανίζεται σε μια έκθεση στην «΄Ωρα» και σε τρείς εκθέσεις στη «Μέδουσα» περνά από τις μεικτές ύλες, τα ακρυλικά, τα χαρτόνια, τις γάζες, σε μικρό μέγεθος, στα περιβάλλοντα, στα οποία η εικόνα γεννιέται από την πιεστική ανάγκη έκφρασης, όπως γράφει ο Αλέξανδρος Ξύδης.
Τα τελευταία έργα της, κατασκευές στο χώρο, έχουν χάσει τα ζωηρά τους χρώματα για να περιβληθούν με τόνους ψυχρούς, γκρίζους και βαθιές μπλε σκιές, μια πτυχολογία, που έχει τη μακρινή αφετηρία της, στον Σκλάβο του Μιχαήλ Άγγελου, όπως γράφει στον κατάλογο που εκδόθηκε ο Χρύσανθος Χρήστου. Έχουμε τον άνθρωπο που αγωνίζεται για ότι τον εκμηδενίζει και ότι αρνείται την ανθρώπινη υπόσταση.
Το έργο της φωτογραφίας ανήκει σ’ αυτή τη σειρά των μνημειακών, επιτύμβιων σχεδόν έργων, που η Ειρήνη Απέργη δούλεψε, πυκνά και ουσιαστικά, με τις κερδισμένες από τα χρόνια πλαστικές της αξίες, τη δυνατότητα της ζωγραφικής και την αμεσότητα που είχε να εκφράζεται.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Σάββατο 17 Ιουνίου 1995
Μαρία Μαραγκού
Το σώμα και η δικαίωση
Ετοίμαζε την έκθεση που παρουσιάζουμε σήμερα, τουλάχιστον τρία χρόνια. Χρόνο ελάχιστο και απέραντο μαζί.
Η πιο ώριμη, μεστή και πλήρης δουλειά της Ειρήνης Απέργη θα αρκούσε να αιτιολογήσει το πέρασμά της από την υπόθεση της τέχνης και να δικαιώσει τη ζωή της με το μερίδιο της γονιμότητας που της αναλογεί.
Φυσικά, πάντα κάτι παραπάνω ζητεί η καλλιτέχνης. Άπληστη στο μερίδιο του χρόνου που της αναλογεί, για ότι η ίδια πιστεύει πως άφησε ημιτελές.
Ο επισκέπτης της έκθεσης της Απέργη στην γκαλερί «Μέδουσα» δεν έχει ωστόσο αμφιβολίες. Πρόκειται για μια μνημειακή δουλειά, όχι επειδή η Ειρήνη την ολοκλήρωσε, αλλά δεν μπόρεσε να βρίσκεται στα εγκαίνιά της, αλλά επειδή το ίδιο το έργο, σαν φόρμα και σαν περιεχόμενο, συνδιαλέγεται με το μνημειακό.
Κατά τα άλλα, τα συγκινημένα αυτά έργα έχουν τη χαρά όλων εκείνων των δημιουργημάτων του ανθρώπου που ξεπερνά το όριο. Και την ικανοποίηση, πως η δημιουργός του κατάφερε όντως να ξεπεράσει το όριο, με ελάχιστα χρόνια δουλειάς. Πρώτη έκθεση, το 1978. Τελευταία, το 1995.
Πολλοί άνθρωποι επικαλούνται τη σεμνότητα. Ήταν από τις ελάχιστες πραγματικά σεμνές κι ας μην το επικαλέστηκε ποτέ. Δεν της το επέτρεπε εξάλλου εκείνο το φωτεινό χαμόγελο, η χαρά της ζωής που διαθέτουν όσοι μπορούν να δίνουν.
Σύζυγος του παραδεκτού από όλους γλύπτη Αχιλλέα Απέργη, δεν ήταν εύκολο να δείξει δημόσια όσα δούλευε. Η προβολή της υπόστασης εκ του ασφαλούς έχει άλλα μέτρα από εκείνη των επικίνδυνων ισορροπιών, σε ένα τόπο όπου βαραίνει συχνά τα παρά την τέχνη και όχι η ίδια η τέχνη. Κι ότι μοιάζει ακατανόητο για τις δικές μας γενιές, για τη δική της μπορεί και να ήταν κανόνας.
Το 1978 που η Απέργη έδειξε τη δουλειά της στην «¨Ωρα» και δύο χρόνια αργότερα στην γκαλερί «Σύγχρονη Χαρακτική», πάλευε με το χρώμα και τη φόρμα, με τη γεωμετρική αφαίρεση και τα περάσματα από τα λυρικά στα εξπρεσιονιστικά στοιχεία. Από εκεί κι ύστερα, η πορεία είναι αλματώδης. Αυτό που ως τότε βγαίνει προσεκτικά και μεθοδευμένα, με ακρυλικά χρώματα στο μουσαμά, φόρμα κουτιού, στη συνέχεια μεταφέρονται στο ξύλο που ορίζει το χώρο της φόρμας μετατρέποντάς την σε «Ποταμό» (1982) , σε «Πτώση» (1982), σε «Ουρανό» (1985).
Η ουσιαστική δουλειά της Ειρήνης Απέργη ξεκινά να διαγράφει την πορεία και τα αιτήματα που την οδηγού, το 1988 με τις περίφημες «Ρωγμές», που συνεχίζει ως το 1990. Είναι μια σειρά έργων με έντονο το εξπρεσιονιστικό στοιχείο, ελεύθερες φόρμες στο χώρο δουλεμένες με γάζες, ύφασμα, χρώμα, ύλες, ξύλο.
Στα τελευταία έργα, η μορφή έχει γίνει σώμα ανθρώπινο που διαλέγεται με τα δεσμά του. Οι πτυχώσεις είναι έντονες, το φως ελάχιστο, ίσα ίσα να αποκαλύπτει τις νοητές κούρβες που κάνει το τυλιγμένο σώμα όπως αγωνίζεται να ξεφύγει από ότι το περιβάλλει.
Η δράση είναι χαμηλότονη και βγαίνει μόνο με τον πλασμό, δίσως την παραμικρή υπερβολή. Δεν είναι όμως και τιθασευμένη. Η Ειρήνη Απέργη έχει απελευθερωθεί εντελώς από την αυτολογοκρισία των πρώιμων έργων της από την αυτοσυγκράτηση της δουλειά της προηγούμενης δεκαετίας.
Οι καλοί καλλιτέχνες έχουν μια πολύ καλή, καμιά φορά κορυφαία χρονική στιγμή, που καμιά αιτία δεν μπορεί να την προσδιορίσει ή να τη διαβλέψει. Είναι εκείνη που ορίζει το έργο τους και που επαναλαμβάνεται με διάφορους τρόπους σαν μανιέρα στις περιπτώσεις της ευκολίας ή ξεπερνιέται από κάτι άλλο, που μπορεί να είναι πολύ κατώτερο.
Η Ειρήνη Απέργη είχε την αγαθή τύχη, η δική της κορυφαία στιγμή να μη διακινδυνεύσει από επαναλήψεις ή παλινδρομήσεις.
Θα μείνει καθαρή, να ορίζει το πέρασμά της συναιρώντας το τέλος με την αρχή «Κυρία» Ειρήνη, καλημέρα.
«ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ» 1995
ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΧΡΗΣΤΟΥ – Μάρτιος 1995
ΕΙΡΗΝΗ ΑΠΕΡΓΗ
Η καλλιτεχνική δημιουργία της Ειρήνης Απέργη και η προβληματική του χώρου. Από το αυστηρό γεωμετρικό λεξιλόγιο στον τονισμό του ρόλου του χρώματος και των εξπρεσιονιστικών αξιών. Ξένες γνωριμίες και προσωπικές διατυπώσεις. Οι τελευταίες προσπάθειες της συνδυασμός βιόμορφων τύπων και κινητικών στοιχείων, πλαστικών και ζωγραφικών αξιών. Δημιουργός που χάσαμε πρόσφατα η Ειρήνη Απέργη εργάστηκε με συνέπεια και συνέχεια αθόρυβα κοντά στον σύζυγό της και γνωστό γλύπτη Αχιλλέα Απέργη. Και ενώ είχε κατορθώσει να φτάσει σε ένα καθαρά προσωπικό μορφοπλαστικό ιδίωμα πολύς νωρίς, σχετικά αργά και συγκεκριμένα από το 1978 άρχισε να εκθέτει έργα της σε ατομικές και συλλογικές εκδηλώσεις. Ο δισταγμός της για όσους την είχαν γνωρίσει δεν ήταν ο φόβος να αντιμετωπίσει την κριτική όσο γιατί δεν ήθελε να νομιστεί ότι συναγωνίζεται ή επηρεάζεται από τον σύζυγό της. Έτσι χωρίς ουσιαστικά να έχει καμιά σχέση η ζωγραφική της με την γλυπτική του Αχιλλέα Απέργη, αφού κινείται σε διαφορετική στιλιστική κατεύθυνση, έμενε κρυμμένη και άγνωστη στο μεγάλο κοινό, με εξαίρεση λίγους φίλους. Αθόρυβα και ακούραστα η Ειρήνη Απέργη συνέχιζε τις αναζητήσεις της, διεύρυνε το μορφοπλαστικό της λεξιλόγιο και ολοκλήρωνε τις διατυπώσεις της και ακόμη και τις τελευταίες μέρες της ζωής της έκανε σχέδια για την έκθεση των κάθε κατηγορίας προσπαθειών της και ονειρευότανε να προχωρήσει και σε νέες κατευθύνσεις.
Ότι κάνει εντύπωση στην καλλιτεχνική δημιουργία της Ειρήνης Απέργη είναι ο προσανατολισμός περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στην προβληματική της μορφοποίησης του χώρου. Και δεν ήταν μόνο ή τόσο ο εξωτερικός φυσικός χώρος που την ενδιέφερε και επεδίωκε να οργανώσει και να ερμηνεύσει αλλά και ο εσωτερικός καθαρά ψυχικός χώρος τον οποίο επεδίωκε να μορφοποιήσει. Όλες οι περιπλανήσεις της σε διάφορες στιλιστικές τάσεις και όλες οι αναζητήσεις στην χρησιμοποίηση υλικών και νέων τεχνικών συνδέονται ακριβώς με την προσπάθειά της να προχωρήσει μακρύτερα και να δώσει σαφέστερα τα προβλήματα του εξωτερικού και εσωτερικού χώρου. Το μορφοπλαστικό της λεξιλόγιο διευρύνεται και πλουτίζεται, η οργάνωσή της μετασχηματίζεται και μεταμορφώνεται, η χρωματική επένδυση μεταβάλλεται και περνά από τα κοινά στα αντιθετικά χρώματα, από τα λυρικά στα εξπρεσιονιστικά, για τον ίδιο σκοπό. Οι σχετικά πρώιμες εργασίες της Ειρήνης Απέργη που εκτέθηκαν το 1979 στην «Ώρα» όπως και αυτές που παρουσιάστηκαν στην Γκαλερί «Σύγχρονη Χαρακτική» το 1980 κινούνται στο κλίμα των τύπων της γεωμετρικής αφαίρεσης. Πρόκειται για έργα που βασίζονται στα τετράγωνα και παραλληλόγραμμα θέματα, τα ρυθμικά επαναλαμβανόμενα στοιχεία και στα περισσότερο ενιαία χρώματα. ‘Ετσι δίνουν σύνολα με τα οποία οργανώνεται ο χώρος, επιβάλλονται ρυθμικές σχέσεις και με την έμφαση άλλοτε στα κάθετα και άλλοτε στα οριζόντια θέματα, τα τετράγωνα ή τα παραλληλόγραμμα, υποβάλλονται συνδυασμοί και εκφράζονται συναισθήματα. Η χρησιμοποίηση σε πολλές περιπτώσεις του γαλάζιου χρώματος που εντατικοποιείται από την παρεμβολή άλλων χρωμάτων που μάλιστα δίνονται διαγώνια, εκφράζουν και ένα περισσότερο ρομαντικό αίσθημα φυγής. Ένα βήμα μακρύτερα θα κάνει η Απέργη με τα έργα της τα ζωγραφισμένα το 1981-1982, που θα πρωτοπαρουσιάσει στην Γκαλερί Μέδουσα το 1982. Γιατί τώρα χωρίς να εγκαταλείψει το γεωμετρικό λεξιλόγιο θα επιχειρήσει με δύο διαφορετικούς τρόπους να εκφράσει σαφέστερα την ανάγκη μορφοποίησης και ερμηνείας του χώρου. Με την πρώτη θα δώσει τα ίδια θέματα σαν επιτοίχια και ταυτόχρονα σαν μονάδες στο δάπεδο και με την δεύτερη θα συνδυάσει πιο έντονα επιθετικά και παθητικά στοιχεία, ζεστά και ψυχρά χρώματα, στατικά και κινητικά χαρακτηριστικά.
Τα έργα της τώρα κινούνται περισσότερο στα πλαίσια της πλαστικοζωγραφικής και της τέχνης του περιβάλλοντος, γεγονός που την βοηθάει να φτάσει σε περισσότερο πλούσιες εκφραστικές προεκτάσεις. Γιατί τώρα το έργο της περιβάλλον όσο και ζωγραφική και πλαστική διακρίνονται τα δυναμικά και επεκτατικά στοιχεία, υποβάλλει ένα πολυδιάστατο χώρο, εκφράζει εσωτερικές δονήσεις. Τα χρόνια που ακλουθούν η Ειρήνη Απέργη θα εγκαταλείψει το γεωμετρικό λεξιλόγιο και τα ενιαία χρώματα για να μας δώσεις στις εκθέσεις της του 1985 και του 1988, τις δύο στην Γκαλερί Μέδουσα, έργα τα οποία κινούνται σε αντίθετη εντελώς κατεύθυνση. Γιατί τώρα στρέφεται όλο και περισσότερο στον τονισμό του ρόλου του χρώματος και των εξπρεσιονιστικών αξιών, όλο και σαφέστερα στα άλλοτε ελεύθερα κινούμενα θέματα και άλλοτε σε προσωπικούς συνδυασμούς στατικών και κινητικών τύπων. Σε έργα της με τον γενικό τίτλο Ρωγμές κάνει ιδιαίτερη εντύπωση η χρησιμοποίηση τύπων από διάφορες κατευθύνσεις με καθαρά προσωπικό τρόπο. Έτσι συνδυάζει στοιχεία από την γνωστή αμερικανική τάση της ζωγραφικής των σκληρών γωνιών με χαρακτηριστικά της επίσης αμερικανικές τάσεις των χρωματικών ταινιών, αλλά με ένα εντελώς νέο πνεύμα και με καθαρά νέες εκφραστικές προεκτάσεις. Έτσι χρησιμοποιεί ταυτόχρονα τις σκληρές γωνίες σαν εξωτερικά πλαίσια και τις χρωματικές ταινίες σαν εσωτερικά εκφραστικά αποτελέσματα. Επίσης σε καμιά περίπτωση δεν περιορίζεται σε ενιαία καθαρά χρώματα, όπως τα έχουμε σε έργα ξένων καλλιτεχνών, αλλά χρησιμοποιεί κάθε είδους συνδυασμούς και τονισμένες αντιθέσεις που διακρίνονται για το εξπρεσιονιστικό περισσότερο περιεχόμενο της φωνής τους. Με τον τρόπο αυτό έχουμε έργα στα οποία συνδυάζονται θαυμάσια αυστηρότητα και ελευθερία, γεωμετρικά και εξπρεσιονιστικά στοιχεία, επιθετικά χαρακτηριστικά και υποβλητικοί τόνοι. Μάλιστα η Απέργη σχηματίζει διάφορες ενότητες με έργα αυτής της κατηγορίας που δίνουν την εντύπωση ότι άλλα συνεργάζονται και άλλα συγκρούονται, αλλά συνεχίζουν το ένα το άλλο και άλλα αρνούνται το ένα το άλλο. Τώρα επίσης διαπιστώνει κανείς ότι η Απέργη ενδιαφέρεται όλο και περισσότερο να συνδυάσει τις καθαρά ζωγραφικές αξίες με πλαστικές διατυπώσεις, γεγονός που το επιδιώκει με την χρησιμοποίηση τόσο του μορφοπλαστικού λεξιλογίου, όσο και του ρόλου των ίδιων των υλικών και της υφής τους.
Από το 1989 σημειώνει κανείς μια κάποια υποχώρηση του ρόλου των εξπρεσιονιστικών αξιών, που συνοδεύεται και από μια κάποια τάση περιορισμού του ρόλου των αντιθετικών χρωμάτων. Παράλληλα διαπιστώνεται εύκολα και μια τάση για την ενίσχυση του ρόλου των καθαρά πλαστικών αξιών, που συνοδεύεται και καθαρά εξωτερικά και από την στροφή της σε περισσότερο κάθετα σχήματα. Και ενώ διατηρούνται χαρακτηριστικά και τύποι των παλαιότερων προσπαθειών της είναι τα εντελώς νέα στοιχεία που παίζουν καθοριστικό ρόλο στα έργα της. Σε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές προσπάθειές της από την περίοδο 1990-1993 δεν είναι μόνο οι τονισμένες πλαστικές αξίες που δίνουν τον τόνο είναι και η έμφαση στα περισσότερο ψυχρά, γκριζωπά και στακτί χρώματα μαζί με την καθετότητα που εκφράζουν μια διαφορετική συνάντηση με τον κόσμο και τη ζωή. Σε σύνολα της που αποτελούνται από διάφορες μονάδες με ανάλογα χαρακτηριστικά, καθετότητα, πλαστικά στοιχεία, ασκητικά χρώματα, ο θεατής έχει την εντύπωση ότι αντιμετωπίζει ιδιαίτερα σχηματοποιημένες ανθρώπινες μορφές. Μάλιστα ο τρόπος με τον οποίο αποδίδονται με θέματα που θυμίζουν ζώνες άλλοτε στο μέσο και άλλοτε σε άλλες θέσεις οριζόντιες και διαγώνιες υποβάλλουν στον θεατή ένα κόσμο που είναι δέσμιος. Με τις μορφές αυτές σε διαφορετικό ύψος που σε μερικές περιπτώσεις ξεπερνούν τα δύο μέτρα και άλλες είναι λίγο κάτω από τα δύο, έχουμε ένα είδος ζωοφόρου με την οποία εισάγονται κάθε κατηγορίας συναντήσεις και συνειρμοί. Γιατί οι μορφές αυτές ουσιαστικά σχηματοποιημένα και αποσπασματικοποιημένα ανθρώπινα σώματα, για τις οποίες έχουν χρησιμοποιηθεί κοινά στοιχεία και παράλληλα θέματα, πλαστικές αξίες και ασκητικά ψυχρά χρώματα μαζί με τονισμένη καθετότητα, εμφανίζονται σαν δυνάμεις που αντιμετωπίζουν τον κόσμο. Ένα κόσμο πάντως στον οποίο είναι τα κάθε είδους δεσμά που παίζουν καθοριστικό ρόλο, δεσμά εξωτερικά και εσωτερικά, αντιθέσεις προλήψεις και προκαταλήψεις.
Ίσως μπορεί να θεωρηθεί ενδεικτικό στοιχείο και ο τίτλος που σκόπευε να δώσει η Ειρήνη Απέργη στο σύνολο αυτό και που θα ήταν «Μνήμες» όπως έχει γράψει η ίδια σε μια διαφάνεια που είχε στείλει λίγο πριν πεθάνει στον συγγραφέα αυτών των παρατηρήσεων. Μνήμες από τα ίδια τα προβλήματά της, τα ίδια τα δεσμά της στην ζωή και τις ίδιες τις δυσκολίες της στην τέχνη. Με τις μορφές αυτές της ζωοφόρου – τα σχηματοποιημένα ανθρώπινα σώματα – μας δίνει ένα σύνολο στο οποίο συγκεφαλαιώνονται όλες οι αναζητήσεις και επιβάλλονται οι καθαρά προσωπικές διατυπώσεις της. Γιατί στα έργα της σειράς αυτής διαπιστώνει κανείς την δυνατότητά της στο σχέδιο και την ικανότητά της στην αξιοποίηση των καθαρά πλαστικών αξιών όσο και της εκφραστικής φωνής του χρώματος. Και ενώ από κάποια απόσταση κάνει εντύπωση όταν πλησιάζει περισσότερο ο θεατής παρασύρεται από την ποιότητα του σχεδίου και τον χαρακτήρα του χρώματος. Σε μερικές περιπτώσεις προσπαθειών της σειράς αυτής έχει κανείς την εντύπωση ότι η Απέργη δίνει ανθρώπινα σώματα, που αγωνίζονται να απαλλαγούν όχι μόνο από τις ενδυμασίες με τις τονισμένες πτυχώσεις τους, αλλά από τον ίδιο τον εαυτό τους. Με συστρεφόμενα θέματα, διαγώνια και οριζόντια στοιχεία, όπως και την έμφαση στα καμπυλόμορφα χαρακτηριστικά, υποβάλλεται στον θεατή ένα είδος εσωτερικού αγώνα για λύτρωση. Ίσως ακόμη το πιο ενδιαφέρον σημείο που πρέπει να τονιστεί είναι και το ότι η Απέργη σε καμιά περίπτωση δεν αποβλέπει να απεικονίσει ή να περιγράψει κάτι όσο να υποβάλλει πολύ περισσότερα τα οποία πρέπει να ολοκληρώσει μόνος του ο θεατής. Μορφοπλαστικό λεξιλόγιο και παραπληρωματικά θέματα, οργάνωση και χρωματική γλώσσα είναι όλα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό ελλειπτικά και υπαινικτικά. Με τη σειρά αυτή την οποία εργάστηκε η Απέργη τα τελευταία χρόνια της ζωής της κατορθώνει να συνδυάσει την εσωτερικότητα και την δύναμη προβολής του χρώματος με την έμφαση στο ρόλο των όγκων και τη συνεργασία των επιπέδων της πλαστικής σε μια πλούσια σε εκφραστικές προεκτάσεις ενότητα. Μάλιστα με την τελευταία σειρά των έργων της τις μορφές σχηματοποιημένα ανθρώπινα σώματα επιχειρεί να δώσει και την αιώνια πάλη του ανθρώπου με ότι τον περιορίζει και τον αρνείται.
Και μπορεί να θεωρηθεί πολύ τολμηρό, αλλά ίσως μακρινή αφετηρία αυτής της σειράς είναι ο Δεμένος Σκλάβος και ο Σκλάβος που Πεθαίνει του Μιχαήλ Άγγελου. Γιατί κάθε προσεκτική μελέτη και κάθε ουσιαστική προσέγγιση στη σειρά των μορφών που μας δίνει σ’ αυτή τη σειρά η Απέργη δεν μπορεί παρά να καταλήξει ότι έχουμε τον ίδιο αγώνα. Έχουμε τον άνθρωπο που αγωνίζεται για ότι τον εκμηδενίζει και ότι αρνείται την ανθρώπινη υπόσταση. Σε μερικές από τις μορφές της Απέργη δεν το βλέπει μόνο κανείς αυτά, αλλά κυριολεκτικά το βιώνει. Και αυτό χωρίς ίχνος φιλολογίας, αλλά μόνο με την προσωπική χρησιμοποίηση των καθαρά πλαστικών αξιών και των δυνατοτήτων της ζωγραφικής. Μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας που διακρίνεται για την γνησιότητα και την αμεσότητά της, τον εκφραστικό πλούτο και την ειλικρίνεια των διατυπώσεών της.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ
«ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ» 1995
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΞΥΔΗΣ
ΕΙΡΗΝΗ ΑΠΕΡΓΗ 1921 – 1994
Η Ειρήνη Απέργη διάνυσε λίγο χρόνο στο προσκήνιο της ελληνικής ζωγραφικής. Σεμνή πρόσχαρη σύντροφος ενός μεγάλου γλύπτη, περήφανη μητέρα ενός παιδιού-θαύματος που, από νεότατος, διακρίνεται στη Γαλλία ως συνθέτης, η Ειρήνη Απέργη μας παρουσιάζεται ξαφνικά στην ΩΡΑ το 1979 με έργα μιας ώριμης αυστηρής αφαιρετικής διάθεσης, που προβάλλονται μάλιστα στο χώρο. Έκτοτε, τρείς εκθέσεις στη Μέδουσα (1982 , 1985, 1988) και μια δύο αλλού, με έργα σε μικτές ύλες – ακρυλικά, χαρτόνι, κοντραπλακέ, ξύλο, ύφασμα, γάζες – συνδυασμένες σε «περιβάλλοντα» όπως τα’ λεγε, γεμάτα ποίηση κι’ ελαφράδα. Ανακαλούσαν στα μάτι του θεατή πότε σμήνη αποδημητικών πουλιών που περνάνε τις θάλασσες, πότε παράθυρα ανοιγμένα στο άπειρο ανάμεσα σε σύννεφα ου αποκάλυπταν στο πέρασμά τους μια γωνιά γαλάζιου ουρανού.
Όμως δεν ήταν καθόλου παραστατικά ούτε διακοσμητικά. Ανακαλούσαν πολύ συγκεκριμένες εικόνες που σ’ έπειθαν ότι γεννιούνται από μια πιεστική ανάγκη έκφρασης μ’ ένα ιδίωμα που το διατύπωνε η ίδια από το μυχό του είναι της. Η συνειδητή άρνηση κάθε ρεαλισμού, κάθε παραστατικότητας είναι το πρώτο που εντυπωσιάζει στα έργα της Απέργη από το ξεκίνημά της. Είναι επιλογή βασική για ολόκληρη την πορεία της. Την ακολούθησε με ήρεμη αποφασιστικότητα, δίχως επίδειξη ή αισθηματισμούς, με μια μυστικιστική θα’ λεγες προσήλωση σ’ αυτό που δεν μπορούμε να το πούμε άλλο από το όραμά της.
Στα πιο πρόσφατα έργα της, τα τελευταία όπως δυστυχώς αποδείχθηκαν, οι κατασκευές της Ειρήνης Απέργη έχουν χάσει τα ζωηρά τους χρώματα, τα κόκκινα, τα’ ανοιχτά γαλάζια, τα τρυφερά ροδιά και κίτρινα. Έχουν περιβληθεί τόνους ψυχρούς, γκρίζους με σκιές μπλε βαθιές προς μαύρες. Οι πτυχολογίες στα τώρα στενόμακρα σχήματά της έχουν μια μακρινή συγγένεια με τους δεμένους ¨Σκλάβους¨ του Μιχαήλ Άγγελου. Μοιάζουν ανθρώπινες μορφές που στέκουν τυλιγμένες ολόκληρες με σάβανα, σα δεμένες σε πασσάλους με μια θηλή εκεί, έναν ομφαλό εδώ, μαύρες οπές που οροθετούν τι γυμνό σώμα, μορφές – σκιές ονείρων της άλλης ζωής που έμελε τόσο γρήγορα η Ειρήνη ν’ αντικρύσει.