ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
4 Μαρτίου 1985
Βεατρίκη Σπηλιάδη
Πειθαρχία και αυθορμητισμός
Με αναφορές στην γεωμετρία και την αρχιτεκτονική πραγματοποιήθηκε με μεγάλη συνέπεια σε κάποιες αισθητικές αρχές το έργο της Ειρήνης Απέργη. (Μέδουσα) Η έρευνα της Ειρήνης Απέργη ξεκινάει από τη ζωγραφική για να αναπτυχθεί σε τρείς διαστάσει με συνθέσεις, εγκαταστάσεις. Στην πρώτη περίοδο της ζωγραφικής της ενδιαφέρον έχει η παράδοξη προοπτική, το ξεγέλασμα του ματιού, με γεωμετρικές οικείες μορφές που η οργάνωσή τους στον πίνακα προάγει σε ένα υπερβατικό όραμα. Αργότερα η ζωγράφος ανιχνεύει τις δυνατότητες του χώρου τοποθετώντας πάνω στον τοίχο και το δάπεδο κατασκευές από ξύλο ζωγραφισμένο και κομμένο σύμφωνα με τη ζωγραφική της φόρμα. Είναι ένα έργο – εγκατάσταση που το ονομάζει «Ποταμός». Με τον τίτλο «Πτώση» ολοκληρώνει το όραμα που η διατύπωσή του είχε αρχίσει με τη ζωγραφική.
Οι μορφές – παράθυρα στη μνήμη υλοποιούνται τώρα σε τρείς διαστάσεις. Μικτές κατασκευές τοποθετούνται κάθετα στον τοίχο σαν να είναι οι προεξοχές του. Η διάταξή τους μοιάζει να είναι ελεύθερη αλλά ακολουθεί μια πειθαρχία που στην περίπτωση αυτή είναι η φορά εκτόξευσης των αντικειμένων και η πτώση τους. Η αίσθηση του βάρους και της στερεότητας που έδενε αυτή η εγκατάσταση έρχεται σε αντίθεση με τον Ποταμό, που η γραφή του και η ζωγραφική του επεξεργασία δίνει την εντύπωση του ρευστού και του αέναου.
Σ’ αυτήν την τελευταία εργασία – εγκατάσταση η Ειρήνη Απέργη, ακολουθεί έναν εξαιρετικό ρυθμό ανάπτυξης επιπέδων και ζωγραφικών επιφανειών που καλύπτουν όλους τους τοίχους της αίθουσας. Είναι σαν μια τεράστια τοιχογραφία που έχει καλυφθεί και αποκαλύπτεται σε ορισμένα σημεία μέσα από παραλληλόγραμμα κενά. Αυτή η εναλλαγή των λευκών παραλληλεπιπέδων με τις ζωγραφισμένες επιφάνειες επαναφέρει τη ζωγραφικότητα στο έργο της Απέργη, τη φροντίδα του χρώματος και της ζωγραφικής σύνθεσης, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τα κεκτημένα από την έρευνα και την έκφραση στο χώρο.
ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ
Απρίλιος 1985
Μάνος Στεφανίδης
Συνεχίζοντας την περιδιάβασή μου στις διάφορες εκθέσεις δεν μπορώ να μη σταθώ στο ζωγραφικό περιβάλλον που έστησε η Ειρήνη Απέργη στη «Μέδουσα». Προσδιορίζοντας το «μέσα» και το «έξω» του χώρου, ορίζοντας τη σχέση ζωγραφικότητας και κατασκευής η Απέργη οργάνωσε ένα «συμβάν» με τρόπο εύληπτο και άκρως ευαισθητοποιημένο. Συγχρόνως όμως έδωσε στο συμβάν αυτό τη διάσταση της μονιμότητας και τη γοητεία του πεντακάθαρου συλλογισμού.
Χάρης Καμπουρίδης
16 Δεκεμβρίου 1984
Από τις πρώτες της προσωπικές έρευνες μέχρι σήμερα, η Απέργη κινείται με σοβαρότητα και συνέπεια στον χώρο των κονστρουκτιβιστικών αναζητήσεων. Ο Μάλεβιτς, ειδικότερα, φαίνεται να είναι ο μεγάλος της δάσκαλος, η αφετηρία, το θεμέλιο το οποίο συνεχίζει και επικοδομεί με πρωτοτυπία και ευθύνη. Για τους σουπρεματιστές καλλιτέχνες, το πραγματικό, το ρεαλιστικό στοιχείο είναι άχρηστο: το αντικαθιστούν με τα κανονικά γεωμετρικά σχήματα, με την οργάνωση, την τάξη, τα μαθηματικά – κι εκεί αναζητούν την αρμονία, την ύψιστη αισθητική συγκίνηση. Αυτά τα γενικά χαρακτηριστικά, στο έργο της Απέργη διαπιστώνονται εύκολα, επιβάλλονται στον θεατή και κατοχυρώνουν την προσωπική της φωνή. Τα τρισδιάστατα γεωμετρικά σχήματα που κυκλοφορούν στον μεταφυσικό χώρο των πινάκων της, δίνουν την αίσθηση αντικειμένων χωρίς βαρύτητα, μορφών δηλ. έξω από ρεαλιστικές συνθήκες. Τα ίδια αυτά σχήματα, στην πιο πρόσφατη δουλειά της, γίνονται πραγματικά (και όχι ψευδαισθητικά) τρισδιάστατα, αποκτούν δηλ. οντότητα στον χώρο, γίνονται το μορφικό λεξιλόγιο με το οποίο οργανώνει την εγκατάσταση στο χώρο της «Σύγχρονης Χαρακτικής».
Το έργο εκείνο σημαντικό όχι μόνο για την προσωπική της πορεία αλλά και για την ίδια την ιστορία του σουπρεματισμού, γίνεται αφορμή για περαιτέρω μορφοπλαστικές κατακτήσεις. ΄Ετσι με τον «Ποταμό» έχουμε μια πιο ελεύθερη κίνηση στον χώρο, το έργο απλώνεται σ’ όλη την αίθουσα, η κίνηση των μικρών μορφικών μονάδων ( σε ακανόνιστα σχήματα αυτή το φορά) δημιουργεί μια αίσθηση μεταβατικότητας. Ήδη από αυτό το έργο διακρίνουμε μια διαφοροποίηση ανάμεσα στο σχήμα των μικρών έργων και στην εντός τους ζωγραφισμένη μορφή – χαρακτηριστικό που στέκεται αφετηρία για την τωρινή της δουλειά.
Στην παρούσα σύνθεση, ο φυσικός χώρος της αίθουσας υφίσταται την μεταμόρφωση που επιφέρουν σειρά από πίνακες που τοποθετούνται στους τοίχους, όχι για να εκτεθούν μόνο σαν αυτόνομα έργα αλλά και για να δημιουργήσουν την εντύπωση παράθυρων προς τα έξω. Αυτή η αμφισημία της εγκατάστασης είναι καθοριστική, αφού δίνει συγχρόνως δύο όψεις της ίδιας λειτουργίας: το έργο τέχνης ως εκφραστικό πεδίο και, παράλληλα, το έργο τέχνης ως παράθυρο στον κόσμο. Στην δεύτερη περίπτωση, έχουμε ένα εύστοχο υπαινιγμό για την ιστορική απόσπαση του έργου τέχνης από το χώρο κατασκευής του – στοιχείο που δηλώνει ένα βασικό ιστορικό δεδομένο της μετά τον 16ο αιώνα δυτικής τέχνης – απόσπαση που η Απέργη επιχειρεί να αποκαταστήσει κάνοντας το έργο να φαίνεται μέρος του τοίχου και συγχρόνως αυτόνομη εκφραστική μονάδα. Αν πάλι, θεωρήσουμε κάθε πίνακα ως αυτόνομο έργο, τότε οδηγούμαστε και σε άλλες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις, όπως π.χ. ότι το περίγραμμα δεν είναι κανονικό (τετράγωνο πχ.) αλλά παράγωγο σχήμα από μικρότερα κανονικά, συνεπώς αρνείται την λειτουργία του ως διακοσμητικού πίνακα, χρήση στην οποία εκπίπτουν αναγκαστικά τα καλλιτεχνικά έργα όταν κρεμιούνται στον τοίχο.
Έτσι στην εγκατάσταση που διαμορφώνει η Απέργη, τα μηνύματα ξεπερνούν τις αρχικές κονστρουκτιβιστικές της αφετηρίες, απ’ τις οποίες διατηρούν ασφαλώς το λεξιλόγιο, προχωρώντας όμως σε πετυχημένους υπαινιγμούς για την ίδια τη λειτουργία της τέχνης στο χώρο. Η πολλαπλότητα συνεπώς των σημασιών που δίνει το έργο της, μολονότι διαμορφώνεται με τόσο λιτά εκφραστικά μέσα είναι το βασικό χαρακτηριστικό του. Αυτό μάλιστα κατοχυρώνει την αλήθεια του, τη σοβαρότητά του και την αναμφίβολη πρωτοτυπία του με διεθνή κριτήρια.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ ΙΙ
Χάρης Σαββόπουλος
Δεκέμβριος 1984
Η Ειρήνη Απέργη δομεί τον χώρο και τον χρόνο. Δύο διαστάσεις της πραγματικότητας που η σχέση τους θυμίζει την σχέση ήλιου – νερού στην φύση. Είναι η ατέρμονη δράση του χώρου στον χρόνο (και αντίθετα), μια δράση που χρίζει τις δύο αυτές φιλοσοφικές έννοιες σε καλλιτεχνικές αξίες, χωρίς όμως να πάψουν να μας θυμίζουν την προκαλλιτεχνική τους υπόσταση.
Η Απέργη εκμεταλλεύεται στον «Ουρανό» τις δυνατότητες που δίνει όχι μόνο η ύπαρξή τους σαν καλλιτεχνικές αξίες, αλλά και την λειτουργία τους σαν συστατικά στοιχεία της πραγματικότητας που την περιβάλλει. Μια πραγματικότητα που χάνει προς στιγμή τον πεζό της ρομαντικό στην καλλιτεχνική διαδικασία, έτσι ώστε επανεμφανιζόμενη, σαν αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής, να είναι φορτισμένη, εμπλουτισμένη με τη γοητεία του τυχαίου και την αναγκαιότητα σου συντελεσμένου γεγονότος.
Στην υπόστασή της μαζί με τον χώρο και τον χρόνο ενσωματώνεται και ένα άλλο στοιχείο. Η κίνηση. Η κίνηση, που σαν πτώση ή ροή, δεν είναι ορμητική ή δυναμική Δεν έχει ίσως την λειτουργία που της έδωσαν οι φουτουριστές στα έργα τους. Εδώ είναι ένα ανεξέλεγκτο γεγονός, αρμονικό, φυσικό. Είναι το τυχαίο που συν-αρπάζει, μετακινεί, χρωματίζει, αυτό που σε κάποια σημεία του έργου δεν υπάρχει αυτούσια, καθεαυτού, αλλά υπάρχουν τα αποτελέσματά του, η μετακίνηση των όγκων. Τα τρία στοιχεία που ξεχωρίσαμε, χώρος – χρόνος – κίνηση, έχουν οργανική σύνδεση μεταξύ τους. Το τελευταίο είναι η συνισταμένη των δύο πρώτων, μετατρέπει δε σε αισθησιακά (αντιληπτά μέσω των αισθήσεων) αντικείμενα τον χώρο και τον χρόνο.
Η μεταβολή λοιπόν της οντικής τους υπόστασης, αναδύει ταυτόχρονα στην αισθησιακή πραγματικότητα τις καλλιτεχνικές αξίες που ορίζουν τις παραμέτρους του έργου της Απέργη. Με το έργο της αυτό, η καλλιτέχνης συλλαμβάνει, μεταπλάθει και προτείνει μια υπερβατική πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα όμως που οι δεσμοί της μ’ εκείνη την γνώριμη που μας περιβάλλει, εξακολουθούν να υφίστανται. Κι αυτό γιατί ο χαρακτήρας των καλλιτεχνικών αξιών της Απέργη είναι ο ίδιος είτε αυτές λειτουργούν στο πραγματικό είτε στο υπερβατικό. Μας υποχρεώνει να βαδίσουμε στο μεταίχμιο του υπαρκτού και του μετά – υπαρκτού.