“Κώστας Κουλεντιανός – Ο τελευταίος ακροβάτης του μοντερνισμού “
Μουσείο Μπενάκη – Κτήριο οδού Πειραιώς
28 Σεπτεμβρίου 2012 – 5 Ιανουαρίου 2013
Το Μουσείο Μπενάκη διοργανώνει μια μεγάλη αναδρομική έκθεση αφιερωμένη στον Κώστα Κουλεντιανό, η οποία στοχεύει στην παρουσίαση του έργου του μεγάλου Έλληνα γλύπτη.
Ο Κώστας Κουλεντιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1918.Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και αργότερα στο Παρίσι στην Academie de la Grande
Chaumiere στο εργαστήριο του Ossip Zadkine. Η γνωριμία του με τον Henri Laurens υπήρξε καθοριστική και επηρέασε πολλά από τα έργα του. Το 1962 πραγματοποίησε
την πρώτη του ατομική έκθεση στο Παρίσι και συγχρόνως άρχισε να συνδιαλέγεται με αρχιτέκτονες για την ένταξη της γλυπτικής στην αρχιτεκτονική, σε δημόσιους
και ανοιχτούς χώρους.
Η έκθεση περιλαμβάνει 120 έργα του Κουλεντιανού, αντιπροσωπευτικά όλων των περιόδων δημιουργίας του. Από τα πρώτα σπουδαστικά έργα της δεκαετίας του 1940,
όταν ακόμα δούλευε σε πηλό, έως τα μνημειακά του έργα σε σίδερο των τελευταίων δεκαετιών της ζωής του. Στόχος της έκθεσης είναι η επαναδιαπραγμάτευση του
συνόλου της δημιουργίας του καλλιτέχνη και το ρόλο που παίζει ιστορικά στην καλλιτεχνική δημιουργία στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, όπου η παρουσία του στο Παρίσι υπήρξε καταλυτική για τη σύγχρονη γλυπτική. Θέματα όπως η ποικιλία των υλικών και η πλαστική άνεση με την οποία τα χρησιμοποιούσε, η ενασχόλησή του με την ανθρώπινη μορφή, ο συνδυασμός επιπέδων τόσο σε έργα μικρών όσο και μεγάλων διαστάσεων, η συνέπεια της πορείας του προς την όλο και πληρέστερη απλότητα αποτελούν θεμελιώδη ζητήματα τα οποία η έκθεση και η συνοδευτική έκδοση θα προσπαθήσουν να πραγματευτούν.
Μιλώντας ο ίδιος για το έργο του αναφέρει χαρακτηριστικά: Χρησιμοποιώ ως υλικό κυρίως το σίδερο, όλο και πιο σκληρό, πιο βαρύ, πιο δύσκολο να το δουλέψεις. Προσπαθώ ταυτόχρονα να του αφαιρέσω το ακατέργαστο βάρος του και να του δώσω μια άλλη κίνηση. Το βασικό μου πρόβλημα είναι ο χώρος, το φως και ο όγκος. Το πώς το εκάστοτε έργο μου θα μπορέσει να τοποθετηθεί στο χώρο και να δεχτεί το φως, ώστε να αποκτήσει σημασία. Προσπαθώ μέσα από τις φόρμες μου να διανοίξω το χώρο κάνοντας τρύπες για να μπορέσει να περάσει το φως, για να μπει ο χώρος μέσα στο αντικείμενο, το οποίο με τη σειρά του μπαίνει μέσα στο χώρο.
Ο ιστορικός της τέχνης και επιμελητής της έκθεσης Ντένης Ζαχαρόπουλος αναλύοντας το έργο του καλλιτέχνη επισημαίνει:
Από τον μπρούντζο στο σίδερο, από την οξυγονοκόλληση στο fer brasι, από το τσιμέντο στο αλουμίνιο, από τις συνθετικές ύλες στο ξύλο, από το μαλλί και την ύφανση στις μπετονόβεργες, από το ανοξίδωτο ατσάλι στις βιδωτές μεταλλικές κατασκευές, ο Κουλεντιανός πειραματίζεται, φτάνοντας κάθε φορά στο όριο εκείνο όπου η ανάπτυξη του «άλλου» δεν είναι ποτέ ούτε μηχανική επανάληψη ούτε μανιέρα της παραλλαγής.
Καθεμία από τις περιόδους του έργου του μπορεί να πει κανείς ότι προτρέχει, όχι για να πρωτοτυπήσει, αλλά αντίθετα για να αποτρέψει την ανάγκη μιας καινούργιας πατέντας στη συνέχεια της γλυπτικής. Όταν κάθε φορά αγγίζει ένα καινούργιο υλικό, δεν είναι για να αποκαταστήσει μια ασθενή γλυπτική που φθίνει, αλλά αντίθετα για να αναζωογονήσει τον πόθο και να δώσει ζωή στην ορμή μιας γλυπτικής που εξακολουθεί να ζητά κι άλλο, να θέλει να σταθεί στα πόδια της, να προχωρήσει, να αναπτυχθεί, να αγκαλιάσει τον χώρο, τον άλλο, τον άνθρωπο, τον ορίζοντα, τον κόσμο Άνθρωπος απέναντι στον άνθρωπο, άνθρωπος που πάει προς τον άνθρωπο και άνθρωπος που ξέρει να σταματήσει, πριν πιέσει ή βιάσει τον άλλο, ο άνθρωπος του Κουλεντιανού εγγράφεται μέσα σε μια διαλεκτική βαθιά πολιτική. Όσο κι αν η γλυπτική του φέρει μέσα της, με τρόπο ανυπέρβλητο, τον αισθησιασμό που εμπνέει την ερωτική διάσταση κάθε ανθρώπινης σχέσης και προσέγγισης, ορμάται παράλληλα από μια βαθιά ποιητική συνείδηση ενός ανθρώπου που έχει γνωρίσει τον φασισμό και τον πόλεμο, την πιο φρικαλέα κατάντια του ανθρώπου, όταν υπερβαίνει την εξουσία και προσπαθεί να υποτάξει τον άλλο.
Έτσι, το έργο του Κουλεντιανού εκφράζει απερίφραστα, μαζί με την αίσθηση που ενδίδει στον έρωτα, τη δύναμη της αντίστασης, που ως ακατάπαυστη εγρήγορση τον κάνει να αφουγκράζεται πόσο εύθραυστη είναι η παρουσία του άλλου και της ετερότητας μπροστά μας. Με τον τρόπο αυτόν, ο Κουλεντιανός δεν είναι μόνο ο τελευταίος ακροβάτης του μοντερνισμού, αλλά και ένας ουσιαστικός εκφραστής του ουμανισμού –με όλη του την πλατωνική διάσταση–, που φέρει την αγάπη του άλλου και την άρνηση του πολέμου σε μια ενιαία και μοναδική συνείδηση και στάση ζωής, σε μια πολιτική όχι της αναπαράστασης, αλλά της παρουσίας, και σε έναν λόγο όχι του «είτε-είτε», αλλά του «θα με βρεις μπροστά σου», όχι σαν απειλή, αλλά σχεδόν σαν ερωτική εξομολόγηση, σαν αποφασιστική έκφραση, δήλωση και εκδήλωση της παρουσίας στη ζωή και της ενεργής συμμετοχής στη ροή της ζωής και του κόσμου.
Αυτός είναι ο Κουλεντιανός που ορθώνει γλυπτά σε συνεργασία με αρχιτέκτονες στις περιφέρειες της Γαλλίας, αναπτύσσει μορφές μέσα στο τοπίο αγκαλιάζοντας τον ορίζοντα και συνομιλώντας με τα δέντρα, ξεφεύγει προς τον ουρανό ζηλεύοντας το πέταγμα των πουλιών και σκύβει απέναντι σε οποιαδήποτε ανθρώπινη μορφή με τρυφερότητα και αγάπη, αλλά και με μια μεστή και αποφασιστική χειρονομία ενός ανθρώπου που δίνει το κορμί του μαζί με την ψυχή του σε αυτόν που βρίσκεται απέναντί του.
Συνδιοργάνωση:
Μουσείο Μπενάκη, TepArtFoundry
Επιστημονική επιμέλεια:
Ντένης Ζαχαρόπουλος
Γενικός συντονισμός και επιμέλεια:
Μπεν Κουλεντιανός, Θόδωρος Παπαδόπουλος
Αρχιτεκτονικός σχεδιασμός:
Λορέττα Γαΐτη
Μελέτη φωτισμού:
L+DG