Ελευθεροτυπία, 7/3/1988
Η δουλειά των νέων
Κριτική: Μαρία Μαραγκού
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΟΡΡΗΣ παρουσιάζει μια συγκινητική δουλειά στην πρώτη του ατομική παρουσία (γκαλερί «Μέδουσα»). Με ειλικρίνεια, γνώση, ευαισθησία και, κυρίως, αγάπη για τη ζωγραφική, εργάζεται στο δρόμο που φτιάχνει τις μεγάλες στιγμές της.
Ελεύθερος από περιορισμούς, μοντερνισμούς και ό,τι άλλο στέκεται τροχοπέδη στην ουσιαστική δημιουργία, ο Ρόρρης φτιάχνει την προσωπική του ιστορία, που κάτι μας λέει ότι θα συνδεθεί μ’ εκείνη της τέχνης των τελευταίων χρόνων του τόπου μας.
Στο Ρόρρη θαυμάσαμε μια έξοχη δουλειά, από εκείνη που γίνεται σε μικρούς τόπους, σαν τη χώρα μας, από καλλιτέχνες που δεν τριγυρνούν σε γκαλερί ούτε ξεφυλλίζουν περιοδικά για να δουν τι είναι του «συρμού». Και, κυρίως, δεν έχουν την αγωνία της γρήγορης προβολής και του εντυπωσιασμού, όντας ευλογημένοι από τη φύση, όχι μόνο με ταλέντο, αλλά και υπομονή και αυτάρκεια.
Η ζωγραφική του Ρόρρη δεν κατατάσσεται. Εχει προσλαμβάνουσες και από την παρατήρηση των μουσείων και κυρίως εκείνων που διαθέτουν έργα Ολλανδών, αλλά και από τον Τζιακομέτι ή το δικό μας Χρόνη Μπότσογλου. Ωστόσο, τα περί συγγενών καταστάσεων δεν δίδονται ως στοιχεία ανάγνωσης των έργων. Η ταυτότητά τους γράφει: «Αυτό κάνω κι αυτό μπορώ», ήρεμα και σοβαρά. Κι είναι, ήδη, πάρα πολύ. Η ζωγραφική του Ρόρρη συμπίπτει με τη χαρά που μπορεί να μας δώσει η τέχνη όταν είναι διαφανής, αληθινή και ουσιαστική.
Η Καθημερινή, 3/3/1988
Ματιές στις εκθέσεις
Εργα που αντέχουν στη βάσανο της αλήθειας
της Ντόρας Ηλιοπούλου Ρογκάν
Εκπληκτική σε δύναμη και υπόσταση, είναι η δουλειά του Γιώργου Ρόρρη στην αίθουσα «Μέδουσα» (Ξενοκράτους 7). Αν και πολύ νέος ακόμη -μόλις 25 χρονών- έχει κατορθώσει να δημιουργήσει ένα κατ’ εξοχήν ώριμο εικαστικό έργο. Οι συνθέσεις του υποβάλλουν στον θεατή κάτι πολύ πιο ουσιαστικό από ένα οποιοδήποτε μήνυμα. Του εμπνέουν μιαν ολόκληρη ατμόσφαιρα, η οποία αντιστέκεται στα κοινά όρια του χρόνου και του χώρου. Στη δημιουργία αυτής της ατμόσφαιρας συμβάλλουν, πέρα από το χρώμα και τους εμπνευσμένους χειρισμούς του ζωγράφου και από ορισμένες λύσεις που αφορούν τη σύνθεση, η οπτική γωνία με την οποία είναι ιδωμένη η κάθε μορφή, και ιδιαίτερα η «ένταση» που προκαλείται από αυτήν. Είτε πρόκειται μοναχά για μια κυρίαρχη μορφή, είτε για δύο, πάντοτε αναπτύσσεται στο έργο του ένας αποκαλυπτικός διάλογος που βγάζει τον θεατή από την πεπατημένη. Με πολύ μακρινές αναφορές σε μια ζωγραφική (με την ιστορική έννοια) παράδοση, όχι άμοιρη τατα μιας αστείρευτης φαντασίας και μιας κατ’ εξοχήν ώριμης προσωπικότητας. Πρόκειται, κοντολογίς, για δημιουργίες που, δίχως καμία απολύτως εξαίρεση, δηλώνουν κάτι πολύ σημαντικό και πάνω απ’ όλα ένα γνήσιο και ουσιαστικό μήνυμα.