Ο Τόπος είναι Αλλού , 8/3/2007- 14/4/2007
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ
Εκθέσεις
Βιβή Βασιλοπούλου
Εκεί που ο τόπος είναι αλλού
«Ο τόπος είναι αλλού», αόριστα αλλά συγκεκριμένα. Πρόκειται για την γκαλερί «Μέδουσα» και την έκθεση με θεωρητική υποστήριξη του ομότιμου καθηγητή Εμμανουήλ Μαυρομάτη, που φιλοξενούμε σήμερα, και περιλαμβάνει τέσσερις καλλιτέχνες σε μια σύνθεση
.
Όπως σημειώνει ο ίδιος:
«Το αν ο καλλιτέχνης διηγείται γεγονότα που προτείνονται ως μόνο τοπικά, ως εκφραστικά και περιστασιακά μιας προσωπικής αυθαιρεσίας ή αν αναδεικνύει το πώς αντιλαμβάνεται και αποδίδει την αναγκαιότητα αυτής της διήγησης – ως προερχόμενης λειτουργικά από τις συνθήκες που την προκάλεσαν -, αυτό είναι το ερώτημα. Η αρχική παρατήρηση θα είναι ότι το καλλιτεχνικό έργο προσφέρεται ως το θέαμα, ως η εικόνα ενός άλλου πράγματος, που είναι συνήθως ένα φυσικό αντικείμενο, ένα τεχνολογικό αντικείμενο, ένα αντικείμενο της φαντασίας, μια σχέση ή μια θεωρητική κατασκευή. Έτσι, είτε πρόκειται για την απεικόνιση της ανθρώπινης δραστηριότητας ή της φύσης είτε πρόκειται για την απεικόνιση του ανόργανου κόσμου, του πολεοδομικού περιβάλλοντος, των εργαλείων της τεχνικής ή και απλά της εικόνας μιας ιδέας, το πρόβλημα είναι το ίδιο – ότι δηλαδή ο καλλιτέχνης φαίνεται να μεταφέρει, στην περιοχή της εγκατάστασης της έκφρασής του (ζωγραφική, γλυπτική, κατασκευή, περιβάλλον ή οτιδήποτε άλλο), κάτι που είναι και προέκυψε αλλού. Αλλά η μετακίνηση αφαιρεί ένα μέρος από την αυθεντικότητα της έκφρασης, καθώς η έκφραση δεν είναι πια εκεί ολόκληρη η ίδια, αλλά έχει επωμιστεί ένα δάνειο – δανείστηκε κάτι από κάπου…».
Ο Εμμανουήλ Μαυρομάτης επισημαίνει ακόμη ότι:
«Οι καλλιτέχνες αυτής της παρουσίασης, επιμένοντας στη συστατική ιδιότητα της καθεαυτής προέλευσης, διεκδικούν να δηλώσουν, αντίθετα, την πηγή των έργων τους και τη συστατική τους δόμηση, ως ανεξάρτητη από τον τόπο της έκθεσης στον οποίο προσωρινά μεταφέρθηκαν. Αυτή η λογική αντιδιαστέλλεται προς τη μεταμοντέρνα καλλιτεχνική λογική, η οποία έχει λήξει στο ευρωπαϊκό, από τα μέσα της δεκαετίας 1990. Η εργασία της Βούλας Μασούρα, μεταφέροντας τη φθορά της ζωγραφικής από τη μακρόχρονη παραμονή των επιζωγραφισμένων από την ίδια μουσαμάδων της, μέσα στη γη-κάτω από τις συνθήκες της υγρασίας και της ζωικής διάβρωσης-επισημαίνει τον τόπο της προέλευσης ως καθοριστικό – λόγω της μοναδικότητας των συνθηκών του – ως προς την πραγματοποίηση των υλοποιημένων συνεπειών του, σε σχέση προς την πλασματική μόνο και την εικονογραφημένη ζωγραφική απόδοση μιας διαδικασίας: αντιπαραθέτοντας σε μια απλά εικονογραφημένη διήγηση την πραγματική διαδικασία, η καλλιτέχνης επιδεικνύει ως εικόνα την ίδια τη διαβρωτική διαδικασία και συνεπώς επιδεικνύει το λειτουργικό αποτέλεσμα της διαδικασίας, δηλαδή την καταστροφή..
Σχετική είναι η αναζήτηση της Ευσεβίας Μιχαηλίδου, η οποία χρησιμοποιεί τις καθαυτές οργανικές φυσικές ύλες, σε νέες όμως, μεταξύ τους, σχηματικές και πραγματικές διαμορφώσεις σε σύνολα, ανεξάρτητα από τους καλλιτεχνικούς, μορφολογικά, οπτικούς (και τους ιστορικούς) συνειρμούς τους. Έτσι η καλλιτέχνης διαχωρίζει μεταξύ της εικόνας της φύσης, ως προς τις δικές μας αντιληπτικές (τις προοπτικές) δυνατότητες από τη γεωγραφική θέση του βλέμματος (ανακατασκευή του βλέμματος στην επίπεδη ζωγραφική επιφάνεια και ιστορία της ζωγραφικής), και της καθαυτής οργανικής φυσικής λειτουργία στις δικές της ιδιότητες, που σχηματίζεται ως φυσικές εγκαταστάσεις, ανεξάρτητα από το βλέμμα…
Μέσω της παραμονής της, επίσης, στην ιδέα της φύσης (ως εξωτερικής όμως, η εργασία του Αντώνη Κέλλη διηγείται τις συνθήκες του εντοπισμού μεταξύ τους, των τόπων από τους τόπους. Η κεντρική ιδέα του καλλιτέχνη είναι συνδεδεμένη με την αντιπαράθεση μεταξύ της πραγματικής κλίμακας της αρχικής φυσικής εμπειρίας του κόσμου και της ψευδούς κλίμακας της αναπαριστώμενης (της καλλιτεχνικής) εμπειρίας. Ένα επόμενο μέρος αυτής της διαπραγμάτευσης θα αφορά την επακολουθούσα τριαδική σχέση του εικονιζόμενου (ως της αναπαραγωγής της μνήμης της εμπειρίας), της προέλευσης (ως της μνήμης της εμπειρίας) και του βλέμματος (ως της ζωγραφικής αποτύπωσης της προέλευσης και της αναπαραγωγής της), όπου σε μια μη αναλογική σχέση η κλίμακα θα αφορά τους τρόπους με τους οποίους η προέλευση συνιστά τη μνήμη μιας απουσίας, δηλαδή μιας ανακατασκευασμένης σχέσης, από ένα βλέμμα που δεν θα είναι πραγματικό και ως προς ένα εικονιζόμενο, που δεν θα είναι επίσης πραγματικό, σε σχέση προς την προέλευση. Αυτές οι σχέσεις στην εργασία του Κέλλη ορίζουν τα στάδια των τόπων στους οποίους εγκαθίσταται το βλέμμα…
Τέλος, ο Τάσσος Τριανταφύλλου επεξεργάζεται απευθείας καθαυτά υλικά αντικείμενα, αλλά χωρίς συνδυαστική και συνθετική πρόθεση. Έτσι, η ύλη της εργασίας τείνει να είναι το καθαυτό αντικείμενο. Αρχικά, ο Τριανταφύλλου είχε εργαστεί σε μεγάλες, επίτοιχες επιφάνειες, αποτελούμενες από κομμάτια κάρβουνου, των οποίων η πολλαπλότητα της οπτικής διάχυσης απέκλειε την επικέντρωση του βλέμματος σε ένα σημείο. Σ’ αυτές τις εργασίες η καθετότητα δεν αποτελούσε το στοιχείο της οπτικής και της προοπτικής επικέντρωσης, λόγω της διάθλασης της επιφάνειας σε πολλαπλές οπτικές κατευθύνσεις, ώστε να μην ορίζεται αντίστοιχα η θέση του θεατή από το αντικείμενο… Οι έκτοτε συνέχειες της εργασίας του καλλιτέχνη μετακίνησαν από την καθαυτή επικέντρωση στο καθαυτό υλικό της εργασίας, προς την αποτύπωση του υλικού της εργασίας ως να επρόκειτο για το καθαυτό υλικό και για το ίχνος του..».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
2 Απριλίου 2007
Η έκθεσης «Ο τόπος είναι αλλού». Επιμελητής: Μανώλης Μαυρομάτης. Καλλιτέχνες: Αντώνης Κέλλης, Βούλα Μασούρα, Ευσεβία Μιχαηλίδου, Τάσος Τριανταφύλλου.
Ζητήματα που θίγει ο επιμελητής
Μια άλλη μικρή ομαδική, οργανωμένη με τη φροντίδα του Μανώλη Μαυρομάτη, στην γκαλερί «Μέδουσα» επικεντρώνει το ενδιαφέρον σε ζητήματα που αφορούν τον εκθεσιακό τόπο και τη σχέση του με την προέλευση των έργων.
Το ερώτημα του επιμελητή είναι αν ο καλλιτέχνης διηγείται γεγονότα που προτείνονται ως εκφραστικά και περιστασιακά μιας προσωπικής αυθαιρεσίας ή ως προερχόμενα από τις συνθήκες που τα προκάλεσαν και κατά πόσο το δάνειο είναι εκλεκτισμός ή αυθόρμητη επικοινωνία με τον κόσμο.
Αν (ο καλλιτέχνης) είναι σε θέση να αποδεχτεί μερικά ή συνολικά την έκφρασή του επωμιζόμενος και την ανασφάλεια αυτής της σχέσης ή εξασφαλίζει την κάλυψή του από το κύρος της ιστορίας, ακουμπώντας στον εκάστοτε ιδεολογικό πατέρα.
Το πυκνό κείμενο του μελετητή θίγει ζητήματα που αφορούν την τέχνη σήμερα και όχι μόνο σε επίπεδο περιφέρειας, αναζητεί την αντίστοιχη σοβαρότητα του αναγνώστη. Η δουλειά του Μανώλη Μαυρομάτη είναι υποδειγματική ως προς την ενδελεχή της αντιμετώπιση τόσο ως προς το διεθνές πλαίσιο στο οποίο αναφέρεται όσο και στην περίπτωση των καλλιτεχνών που επιλέγει – Αντώνης Κέλλης, Βούλα Μασούρα, Ευσεβία Μιχαηλίδου, Τάσος Τριανταφύλλου. Επιπλέον, οι συνεντεύξεις με τους καλλιτέχνες αποτελούν κομμάτι της έρευνας του μελετητή.
Η έκθεση δεν αποτελεί αιχμή, πλην του κειμένου, αλλά κομμάτι μιας συμπαθητικής κατάθεσης από μέρους των καλλιτεχνών, στο γνώριμο ύφος και την ατμόσφαιρα της δουλειάς τους.