ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
13/4/2009
Μαρία Μαραγκού
Μίνιμαλ και φλυαρίες
Ο Στάμος, με το φως και τις λέξεις καθορίζει την έκρυθμη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων δίχως την παραμικρή μεγαλοστομία. Παράδειγμα, το θαυμάσιο έργο του στο δάπεδο της γκαλερί, όπου παρατίθενται το σχήμα του σταυρού και της ημισελήνου και κείμενα από την Αποκάλυψη και το Κοράνι, σε μια καλή συμβίωση, δίχως αντιπαραθέσεις. Δημιουργώντας τα συγκεκριμένα έργα μοιάζει να δίνει μορφή αναγνωρίσιμη στα υλικά του, να δημιουργεί σχέσεις οικειότητας (τι είναι ένα παγκάκι;) και να εμμένει στην αναμονή εκείνου που θα αναγνώσει και τελικά θα κατανοήσει το περιεχόμενο των έργων.
Η καλή ισορροπία, από την άλλη, ανάμεσα στην κατανόηση της φόρμα και στα εμβληματικά νοήματα των κειμένων που αναγράφονται στην επιφάνεια των έργων, συντάσσουν ένα πλήρες φιλοσοφικό και κοινωνικό περιεχόμενο, με αναγωγές σε προσωπικά αιτήματα.
ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ
21/2/2009
Βιβή Βασιλοπούλου
Αναγραφές, αντιγραφές, ανατροπές
Και το μυστήριο τούτο μέγα εστί: Ο λόγος για την γραφή. Αυτόν τον μαγικό τρόπο επικοινωνίας με τα απίθανα «μυρμηγκάκια», που αιώνες τώρα υπηρετούν ακούραστα την ανθρώπινη σκέψη να διαδοθεί.
Τρομάζει πράγματι ο άνθρωπος αν επιχειρήσει να σκεφτεί τις απαρχές και την εξέλιξη αυτού του «φαινομένου» που φαίνεται ότι ξεκίνησε εικαστικά, εικονογραφώντας τα αντικείμενα πρώτα, τις λέξεις και τις έννοιες ύστερα. Από τότε μέχρι τώρα η κωδικοποίηση και οι ανάγκες κατηγοριοποίησαν τα στοιχεία και ενοποίησαν τους τύπους, εκτός από εκείνους της Μέσης ή μακρινής Ανατολής, που αντιστάθηκαν και κοσμούν ακόμη το περιεχόμενό τους. Διευρύνθηκε και η έννοια της Γραφής, πολλαπλασιάστηκαν τα είδη και τα δείγματα έγιναν αναρίθμητα. ΄Ετσι από τη Γραφή ως τις αντιγραφές και τις Αναγραφές, ο κόσμος όλος και ο πολιτισμός αχώρητος παρά μόνο στην ουτοπία των έργων Τέχνης.
Ειδικότερα, για τις «Αναγραφές» του Στέργιου Στάμου στην αίθουσα τέχνης «Μέδουσα» και από τον κατάλογο το κείμενο της Λίνας Τσίκουτα: «Στην έκθεση “Αναγραφές” παρουσιάζονται έξι κεντρικά έργα που διακατέχονται από τις ίδιες αρχές. Πρόκειται για κατασκευές στον χώρο, επιδαπέδια έργα, επιτοίχιες μεγάλες συνθέσεις και ανεξάρτητα έργα. Τα έργα χαρακτηρίζονται από το εύληπτο εννοιολογικό τους πλαίσιο, την αισθητική δεινότητα και την κατασκευαστική τους αρτιότητα.
Η φόρμα υποτάσσεται στην απόδοση της έννοιας με βασικές παραμέτρους την παράθεση κειμένων και την έντονη χρήση φωτός. Τα κείμενα, που αναγράφονται στις επιφάνειες των έργων προς δημόσια ανάγνωση, είναι κείμενα εμβληματικά, φιλοσοφικά, θρησκειολογικά, λογοτεχνικά ή χειρόγραφα απλών ανθρώπων, με κοινωνιολογικό, πολιτικό ενδιαφέρον. Στο μεγάλων διαστάσεων επιδαπέδιο έργο, μαζί με το σχήμα του σταυρού και της ημισελήνου, που σχηματίζονται από κείμενα, αντιπαρατίθενται αποσπάσματα από την Αποκάλυψη και το Κοράνι αντίστοιχα. Το έργο “Ο δρόμος για το σπίτι του καλλιτέχνης” με το νέον, αναγωγικά, παραπέμπει στην οδό ονείρων, την οδό του προβληματισμού, την οδό της δημιουργίας, ενώ παράλληλα εκτίθεται και το αρχικό σχέδιο του έργου. Στο επιτοίχιο σε μορφή φρίζας, συνυπάρχουν κείμενα-βεβαιώσεις νομιμοφροσύνης του 1952-1953, στα πλαίσια προσλήψεων, χειρόγραφα υπό τη μορφή παπύρου, μαζί με τη φωτογραφία κάθε ανθρώπου και ένα φωτάκι που λειτουργεί ως μνήμα ενός εκάστου. Στο έργο με το ιατρικό ράφι με τα μπουκαλάκια του ορού, με ιαπωνικά ποιηματάκια, ο καλλιτέχνης αναφέρεται στη χαρά της ζωής και σε υπαρξιακά ζητήματα σε σχέση με την ίδια τη ζωή. Τέλος, το “Παγκάκι” παραπέμπει στον έρωτα, στον Ρωμαίο και στην Ιουλιέτα, με αναγραφή του κορυφαίου διαλόγου του Σαίξπηρ, πάνω στις ράβδους από νέον, από τις οποίες ουσιαστικά σχηματίζεται το παγκάκι.
Ο Στέργιος Στάμος συνδιαλέγεται με τις προτάσεις δύο μεγάλων συγχρόνων δημιουργών, του Τζόζεφ Κόσουθ και του Κρίστιαν Μπολτάνσκι, για να δημιουργήσει προσωπικά, πρωτότυπα έργα, τόσο ως προς τη συνθήκες του νοηματικού πλαισίου τους, όσο και ως προς το αισθητικό αποτέλεσμα. Ξεκινώντας από την ιδέα ότι η τέχνη είναι γλώσσα, ο Έλληνας καλλιτέχνης ακουμπά στην ταυτολογία του Κόσουθ πως “Η Τέχνη είναι ο ορισμός της Τέχνης”. Η παράθεση επιλεγμένων κειμένων, με την μορφή απεικόνισης, κατατίθεται ως βάση δεδομένων, ως ιστός, ως μοχλός σκέψης, ως συγκινησιακό ερέθισμα, τελικά ως κυρίαρχο στοιχείο των έργων.
Η επιστροφή κατά τη δεκαετία του 1970 κάποιων διεθνών καλλιτεχνών, όπως ο Μπολτάνσκι, στο ιδιωτικό, στο προσωπικό παρελθόν, στο βίωμα, στη μνήμη, στην αναπαράσταση και τεκμηρίωση, μπορεί να θεωρηθεί ως το δεύτερο πεδίο των επιδράσεων στην ερευνητική διαδικασία του Στάμου. Η μνήμη, η ζωή του καλλιτέχνη, το παρελθόν άσημων, απλών ανθρώπων, η διήγηση μιας αληθινής ιστορίας, η φαντασία αποτελούν συστατικά της σύνθετης διαδικασίας γένεσης του έργου του»