Την Πέμπτη 23 Ιανουαρίου στις 8 το βράδυ η Μαρία Δημητριάδη θα παρουσιάσει την τελευταία δουλειά του Παναγιώτη Λιναρδάκη. Καμιά σχέση με τον Σουρεαλισμό? Το φαντασιακό σύμπαν του Παναγιώτη Λιναρδάκη είναι τρομακτικό ακριβώς γιατί είναι πραγματικό. Κοινωνικό κριτικό ρεαλισμό ,aaa
ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ 2003
Όλγα Δανιηλοπούλου
Ο τρόπος που επιχειρεί κανείς τη δημιουργία ανεξάρτητα από την ιδιωματική προσέγγιση είναι τελικά μια τακτική καλλιτεχνική.
Ο Παναγιώτης Λιναρδάκης έχει την δημιουργική ικανότητα να φτιάχνει εικαστικές φόρμες από την αρχή. Να ανακατεύει υλικά και χρώματα, αντικείμενα με μνήμες, εικόνες και συναισθήματα παραδίδοντας κατασκευαστικά έργα με την έντονη αίσθηση της πρόσκλησης. Ξεκινά σχεδιάζοντας με χρώματα το θέμα του, ένα μοτίβο παρμένο από την καθημερινή μας ζωή, που περιέχει από μόνο του, το μήνυμά του. Έπειτα το μεταβάλλει σε καρικατούρα και τέλος του προσθέτει ένα χρηστικό αντικείμενο το οποίο επίσης περιέχει από μόνο του, το μήνυμά του.
Έπειτα το μεταβάλλει σε καρικατούρα και τέλος του προσθέτει ένα χρηστικό αντικείμενο το οποίο επίσης περιέχει και μεταφέρει την δική του αξία. Το αποτέλεσμα είναι μια περίπλοκη εικόνα που ζητά την κατανόηση. Δεν πιστεύω πως ο καλλιτέχνης επιζητά να επιτύχει κανένα καλλωπισμό στην εικόνα του, ούτε προσπαθεί να μας πείσει για κάποια αισθητική αρχή. Πολύ απλά και ειλικρινά στέλνει εικονικά μηνύματα, ωστόσο διδακτικά, για τον κόσμο που μας περιβάλλει και που μας αναλώνει με τις ασκήμιες του. Μηνύματα που μας θυμίζουν αλήθειες που συχνά ξεχνάμε, εικόνες που φέρνουν στο νου την ασκήμια μας. Εικόνες της απόγνωσης και του εγκλωβισμού μας σ’ ένα κόσμο απειλητικό. Μια πινακίδα οδικής κυκλοφορίας, σχηματικά, μας ενημερώνει πως τα μωρά γερνούν κι αυτά επίσης. Ένα γυναικείο σουτιέν στηρίζει δύο κομμάτια από μπαμπάκι, ή ένας συνταγματάρχης στήνεται προτομή. Άλλες εικόνες πάλι που δεν μας αφήνουν να βγούμε από το τούνελ ή κάποιο αιμοβόρο ζώο μας σκιάζει. Έπειτα ο καλλιτέχνης διανθίζει με δειλά λουλούδια και απαλά χρώματα και θέματα. Δεν είναι άραγε όλα τόσο χάλια στο περιβάλλον;
Η ομάδα των έργων που παρουσιάζεται στην έκθεση επιβάλλει έναν διάλογο με τους εαυτούς μας, αυτό θα το δούμε να συμβαίνει ανάμεσα στα ίδια τα έργα και να έρχεται προς τα εμάς καθαρό και αντιμέτωπο με τα δικά μας συναισθήματα. Η δουλειά του Λιναρδάκη δεν έρχεται να μας παρηγορήσει ούτε να μας μιλήσει γλυκά και κατευναστικά, δεν μπορούμε να την ονομάσουμε ούτε καθαρά ζωγραφική, οπότε να ψάξουμε για ζωγραφικές αρετές και ιδιάζουσα παλέτα. Δεν μπορούμε όμως να την ονομάσουμε ούτε γλυπτική, αφού το τρισδιάστατο επιβάλλεται εκ του κολλάζ και όχι στο πλάσιμο της ύλης. Μπορούμε να ξεκαθαρίσουμε ότι πρόκειται για έργα μιας μικτής τεχνικής που υπηρετεί την διάθεση και το γούστο του καλλιτέχνη.
Έτσι είμαστε στη θέση να απολαύσουμε μια έκθεση απλή και καθ’ όλα ειλικρινή, τόσο πολύ μάλιστα που αναγορεύει τον δημιουργό της σε εμπρόσθετο καλλιτέχνη. Αυτό θεωρώ πως είναι πολύ σπάνιο στις μέρες μας.
Σωτήρης Παστάκας
ΤΑ ΛΕΥΚΑ ΚΕΛΙΑ ΤΟΥ Π. ΛΙΝΑΡΔΑΚΗ
Το λευκό δεν το κοιτάμε, μας βλέπει εκείνο. Πιασμένοι στο βλέμμα του, αιχμάλωτοι, φυλακισμένοι, κατάδικοι, εξόριστοι, ετοιμάζει ο καθένας μας τη δική του απολογία για να μπορέσει να το κατοικήσει. Η ψυχή δεν κατοικείται ή για να το πω διαφορετικά σπάνιοι και ολίγοι εκλεκτοί είναι εκείνοι που καταφέρνουν τελικά να εποικήσουν την ψυχούλα τους. Το λευκό είναι το χρώμα της, είναι εκεί πανταχού παρόν, στο καλό και στο κακό, μας κοιτάζει χωρίς να επεμβαίνει. Η ψυχή μας είναι το λευκό κελί, κι ο Λιναρδάκης πριν την αντιμετωπίσει παίζει ένα θανατερό κι απελπισμένο πόκερ μαζί της: τα τέσσερα χέρια γύρω από το αόρατο τραπέζι είναι η Άτροπος, η Κλωθώ, η Λάχεσις και ο Ζωγράφος. Ποιος θα κερδίσει, άγνωστο. Αρκεί να βρει κάποιος το κουράγιο να καθίσει σε αυτό το τραπέζι... Οι περισσότεροι από εμάς μοιάζουν με τον τύπο που ανοίγει μια σαμπάνια πριν το μεγάλο ταξίδι. Δεν είναι τα εγκαίνια του θανάτου μας: την ψυχή μας αποχαιρετάμε, όντας εμείς στην αποβάθρα, λευκές ψυχές που επιμένουν να σέρνονται παρηγορητικά μέσα από το σωληνάριο ακρυλικού της καθημερινότητας, που μας χύνει χρώματα σιγά-σιγά στο πρόσωπο, στο γνωστό και γνώριμο καμβά της ζωής μας, έτσι για να μας ξεγελάσει..Είναι παρηγοριά τα χρώματα και οι γεμάτες επιφάνειες.. Κοιτάξτε γύρω σας, λίγο πριν τον απόπλου και θα αναγνωρίσετε πόσες ψυχές έφυγαν μέσα από τα αγαπημένα σας πρόσωπα, πόσες ψυχές ταξιδεύουν αυτή τη στιγμή έχοντας χάσει το ποκεράκι με τις Μοίρες, ή απλώς επειδή δεν είχαν τη δύναμη να παίξουν μαζί τους. Πόσοι κουβαλούν μέσα τους τη μορφή της γυναίκας: μην βιαστείτε να την αναγνωρίσετε: μάνα, ερωμένη, αδελφή, φίλη και σύζυγος, το πρόσωπό της μπορεί να είναι απλώς το δικό σας: όλοι κουβαλάμε μέσα μας το πρόσωπο μιας γυναίκας... και πολλές φορές δεν χρειάζεται ούτε καν να το ξέρουμε. Ο αστράγαλος είναι στραμμένος προς εμάς που σημαίνει ότι ανοίγει το βήμα, και που οδηγούν τα βήματα του καθενός μας κανείς μας δεν ξέρει. Ένα νέο ψάρι μας περιμένει, λούτσος πιασμένος στα καλάμι μας, ποιος ξέρει τι ψάρι θα πιάσουμε κι απόψε... Αφού η ψυχή μας πιάστηκε στην πετονιά, και μας άφησε μόνη κληρονομιά μια κραυγή λευκή σας όλες τις ανείπωτες κραυγές της ζωής μας..
Ντυμένος το λευκό του μπουρνούζι ο Λιναρδάκης, μέσα από την θαλπωρή των θειούχων υδάτων και την ανεμελιά του ιδιωτικού του SPA, μέσα από τις αναθυμιάσεις και τα γαλακτώματα, τα μαλακτικά και τα αρώματα, περιγράφει ό,τι εντυπώνεται πέραν του λευκού που τον περικυκλώνει: δάκτυλα, αστράγαλους, κεφάλια, εσοχές και εξοχές. Ξαναφέρνει στη μνήμη τα αντικείμενα: ότι κατοίκησε η ψυχή του και τα απώλεσε, συνηθισμένες απώλειες για όλους μας, κι αν τύχει να συγκινηθείτε με τα λευκά κελιά της ψυχή του να μην διστάσετε να σφουγγίσετε το δάκρυ που ξεπηδάει από την άκρη των ματιών σας: το λευκό μας κάνει να δακρύζουμε όλοι, είναι ίσως η κρυφή του ιδιότητα.
Αλλά και πάλι δεν είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να σας συμβεί. Εμένα προσωπικά μου έτυχε, μετά τα λευκά κελιά του Λιναρδάκη, να αφαιρώ τα χρώματα από τους πίνακες κι άλλων ζωγράφων για να ανακαλύψω την ψυχή του τους.. Για φανταστείτε τι μαρτύριο από εδώ και στο εξής, όταν έρχεστε αντιμέτωποι με έναν πίνακα να αναζητάτε το λευκό που σας έκλεψε ο ζωγράφος...! Ο Λιναρδάκης με την ανακάλυψη του Λευκού μας εκθέτει το κελί του δημιουργού με τον πιο άμεσο και ευθύ τρόπο, επιτυγχάνοντας κάτι το ακατόρθωτο: κάνοντας όντως ζωγραφική για ζωγράφους, μας κάνει όλους συνένοχους και κοινωνούς της συγκίνησης και του δέους που αισθανόμαστε μπροστά στη λευκή επιφάνεια της καινούργιας ημέρας που ξημερώνει για μας. Κάθε πρωί η ζωή αρχίζει από την αρχή. Στη λευκή της μέρας επιφάνεια καλούμαστε όλοι σαν το ζωγράφο μπροστά στο λευκό του τελάρο, να σχεδιάσουμε το πρόσωπό μας με χειρονομίες και πράξεις και λόγια και συναισθήματα, μετακινήσεις και συναντήσεις και απόψεις, με γέλια και με δάκρυα, και θεωρούμαστε ιδιαίτερα τυχεροί αν στον καμβά που κεντήσαμε προσδώσαμε κάτι από τα χαρακτηριστικά του προσώπου μας. Ίσως, η ευτυχία του ανθρώπου να έγκειται απλά και μόνο στη συνεύρεση της ψυχής με το πρόσωπό του. Αυτή την κατακτημένη ευτυχία μας μεταδίδουν τα Λευκά Κελιά του Π. Λιναρδάκη, ο οποίος θέλει να μοιραστεί μαζί μας τη χαρά της ανακάλυψής του: έχοντας καταφέρει την ταύτιση της ψυχής με το σώμα της, έρχεται να μας θυμίσει τον στίχο του Ουόλτ Ουίτμαν: «τι θα ήταν η ψυχή δίχως το σώμα».
Όλγα Δανιηλοπούλου
Ο τρόπος που επιχειρεί κανείς τη δημιουργία ανεξάρτητα από την ιδιωματική προσέγγιση είναι τελικά μια τακτική καλλιτεχνική.
Ο Παναγιώτης Λιναρδάκης έχει την δημιουργική ικανότητα να φτιάχνει εικαστικές φόρμες από την αρχή. Να ανακατεύει υλικά και χρώματα, αντικείμενα με μνήμες, εικόνες και συναισθήματα παραδίδοντας κατασκευαστικά έργα με την έντονη αίσθηση της πρόσκλησης. Ξεκινά σχεδιάζοντας με χρώματα το θέμα του, ένα μοτίβο παρμένο από την καθημερινή μας ζωή, που περιέχει από μόνο του, το μήνυμά του. Έπειτα το μεταβάλλει σε καρικατούρα και τέλος του προσθέτει ένα χρηστικό αντικείμενο το οποίο επίσης περιέχει από μόνο του, το μήνυμά του.
Έπειτα το μεταβάλλει σε καρικατούρα και τέλος του προσθέτει ένα χρηστικό αντικείμενο το οποίο επίσης περιέχει και μεταφέρει την δική του αξία. Το αποτέλεσμα είναι μια περίπλοκη εικόνα που ζητά την κατανόηση. Δεν πιστεύω πως ο καλλιτέχνης επιζητά να επιτύχει κανένα καλλωπισμό στην εικόνα του, ούτε προσπαθεί να μας πείσει για κάποια αισθητική αρχή. Πολύ απλά και ειλικρινά στέλνει εικονικά μηνύματα, ωστόσο διδακτικά, για τον κόσμο που μας περιβάλλει και που μας αναλώνει με τις ασκήμιες του. Μηνύματα που μας θυμίζουν αλήθειες που συχνά ξεχνάμε, εικόνες που φέρνουν στο νου την ασκήμια μας. Εικόνες της απόγνωσης και του εγκλωβισμού μας σ’ ένα κόσμο απειλητικό. Μια πινακίδα οδικής κυκλοφορίας, σχηματικά, μας ενημερώνει πως τα μωρά γερνούν κι αυτά επίσης. Ένα γυναικείο σουτιέν στηρίζει δύο κομμάτια από μπαμπάκι, ή ένας συνταγματάρχης στήνεται προτομή. Άλλες εικόνες πάλι που δεν μας αφήνουν να βγούμε από το τούνελ ή κάποιο αιμοβόρο ζώο μας σκιάζει. Έπειτα ο καλλιτέχνης διανθίζει με δειλά λουλούδια και απαλά χρώματα και θέματα. Δεν είναι άραγε όλα τόσο χάλια στο περιβάλλον;
Η ομάδα των έργων που παρουσιάζεται στην έκθεση επιβάλλει έναν διάλογο με τους εαυτούς μας, αυτό θα το δούμε να συμβαίνει ανάμεσα στα ίδια τα έργα και να έρχεται προς τα εμάς καθαρό και αντιμέτωπο με τα δικά μας συναισθήματα. Η δουλειά του Λιναρδάκη δεν έρχεται να μας παρηγορήσει ούτε να μας μιλήσει γλυκά και κατευναστικά, δεν μπορούμε να την ονομάσουμε ούτε καθαρά ζωγραφική, οπότε να ψάξουμε για ζωγραφικές αρετές και ιδιάζουσα παλέτα. Δεν μπορούμε όμως να την ονομάσουμε ούτε γλυπτική, αφού το τρισδιάστατο επιβάλλεται εκ του κολλάζ και όχι στο πλάσιμο της ύλης. Μπορούμε να ξεκαθαρίσουμε ότι πρόκειται για έργα μιας μικτής τεχνικής που υπηρετεί την διάθεση και το γούστο του καλλιτέχνη.
Έτσι είμαστε στη θέση να απολαύσουμε μια έκθεση απλή και καθ’ όλα ειλικρινή, τόσο πολύ μάλιστα που αναγορεύει τον δημιουργό της σε εμπρόσθετο καλλιτέχνη. Αυτό θεωρώ πως είναι πολύ σπάνιο στις μέρες μας.
Σωτήρης Παστάκας
ΤΑ ΛΕΥΚΑ ΚΕΛΙΑ ΤΟΥ Π. ΛΙΝΑΡΔΑΚΗ
Το λευκό δεν το κοιτάμε, μας βλέπει εκείνο. Πιασμένοι στο βλέμμα του, αιχμάλωτοι, φυλακισμένοι, κατάδικοι, εξόριστοι, ετοιμάζει ο καθένας μας τη δική του απολογία για να μπορέσει να το κατοικήσει. Η ψυχή δεν κατοικείται ή για να το πω διαφορετικά σπάνιοι και ολίγοι εκλεκτοί είναι εκείνοι που καταφέρνουν τελικά να εποικήσουν την ψυχούλα τους. Το λευκό είναι το χρώμα της, είναι εκεί πανταχού παρόν, στο καλό και στο κακό, μας κοιτάζει χωρίς να επεμβαίνει. Η ψυχή μας είναι το λευκό κελί, κι ο Λιναρδάκης πριν την αντιμετωπίσει παίζει ένα θανατερό κι απελπισμένο πόκερ μαζί της: τα τέσσερα χέρια γύρω από το αόρατο τραπέζι είναι η Άτροπος, η Κλωθώ, η Λάχεσις και ο Ζωγράφος. Ποιος θα κερδίσει, άγνωστο. Αρκεί να βρει κάποιος το κουράγιο να καθίσει σε αυτό το τραπέζι... Οι περισσότεροι από εμάς μοιάζουν με τον τύπο που ανοίγει μια σαμπάνια πριν το μεγάλο ταξίδι. Δεν είναι τα εγκαίνια του θανάτου μας: την ψυχή μας αποχαιρετάμε, όντας εμείς στην αποβάθρα, λευκές ψυχές που επιμένουν να σέρνονται παρηγορητικά μέσα από το σωληνάριο ακρυλικού της καθημερινότητας, που μας χύνει χρώματα σιγά-σιγά στο πρόσωπο, στο γνωστό και γνώριμο καμβά της ζωής μας, έτσι για να μας ξεγελάσει..Είναι παρηγοριά τα χρώματα και οι γεμάτες επιφάνειες.. Κοιτάξτε γύρω σας, λίγο πριν τον απόπλου και θα αναγνωρίσετε πόσες ψυχές έφυγαν μέσα από τα αγαπημένα σας πρόσωπα, πόσες ψυχές ταξιδεύουν αυτή τη στιγμή έχοντας χάσει το ποκεράκι με τις Μοίρες, ή απλώς επειδή δεν είχαν τη δύναμη να παίξουν μαζί τους. Πόσοι κουβαλούν μέσα τους τη μορφή της γυναίκας: μην βιαστείτε να την αναγνωρίσετε: μάνα, ερωμένη, αδελφή, φίλη και σύζυγος, το πρόσωπό της μπορεί να είναι απλώς το δικό σας: όλοι κουβαλάμε μέσα μας το πρόσωπο μιας γυναίκας... και πολλές φορές δεν χρειάζεται ούτε καν να το ξέρουμε. Ο αστράγαλος είναι στραμμένος προς εμάς που σημαίνει ότι ανοίγει το βήμα, και που οδηγούν τα βήματα του καθενός μας κανείς μας δεν ξέρει. Ένα νέο ψάρι μας περιμένει, λούτσος πιασμένος στα καλάμι μας, ποιος ξέρει τι ψάρι θα πιάσουμε κι απόψε... Αφού η ψυχή μας πιάστηκε στην πετονιά, και μας άφησε μόνη κληρονομιά μια κραυγή λευκή σας όλες τις ανείπωτες κραυγές της ζωής μας..
Ντυμένος το λευκό του μπουρνούζι ο Λιναρδάκης, μέσα από την θαλπωρή των θειούχων υδάτων και την ανεμελιά του ιδιωτικού του SPA, μέσα από τις αναθυμιάσεις και τα γαλακτώματα, τα μαλακτικά και τα αρώματα, περιγράφει ό,τι εντυπώνεται πέραν του λευκού που τον περικυκλώνει: δάκτυλα, αστράγαλους, κεφάλια, εσοχές και εξοχές. Ξαναφέρνει στη μνήμη τα αντικείμενα: ότι κατοίκησε η ψυχή του και τα απώλεσε, συνηθισμένες απώλειες για όλους μας, κι αν τύχει να συγκινηθείτε με τα λευκά κελιά της ψυχή του να μην διστάσετε να σφουγγίσετε το δάκρυ που ξεπηδάει από την άκρη των ματιών σας: το λευκό μας κάνει να δακρύζουμε όλοι, είναι ίσως η κρυφή του ιδιότητα.
Αλλά και πάλι δεν είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να σας συμβεί. Εμένα προσωπικά μου έτυχε, μετά τα λευκά κελιά του Λιναρδάκη, να αφαιρώ τα χρώματα από τους πίνακες κι άλλων ζωγράφων για να ανακαλύψω την ψυχή του τους.. Για φανταστείτε τι μαρτύριο από εδώ και στο εξής, όταν έρχεστε αντιμέτωποι με έναν πίνακα να αναζητάτε το λευκό που σας έκλεψε ο ζωγράφος...! Ο Λιναρδάκης με την ανακάλυψη του Λευκού μας εκθέτει το κελί του δημιουργού με τον πιο άμεσο και ευθύ τρόπο, επιτυγχάνοντας κάτι το ακατόρθωτο: κάνοντας όντως ζωγραφική για ζωγράφους, μας κάνει όλους συνένοχους και κοινωνούς της συγκίνησης και του δέους που αισθανόμαστε μπροστά στη λευκή επιφάνεια της καινούργιας ημέρας που ξημερώνει για μας. Κάθε πρωί η ζωή αρχίζει από την αρχή. Στη λευκή της μέρας επιφάνεια καλούμαστε όλοι σαν το ζωγράφο μπροστά στο λευκό του τελάρο, να σχεδιάσουμε το πρόσωπό μας με χειρονομίες και πράξεις και λόγια και συναισθήματα, μετακινήσεις και συναντήσεις και απόψεις, με γέλια και με δάκρυα, και θεωρούμαστε ιδιαίτερα τυχεροί αν στον καμβά που κεντήσαμε προσδώσαμε κάτι από τα χαρακτηριστικά του προσώπου μας. Ίσως, η ευτυχία του ανθρώπου να έγκειται απλά και μόνο στη συνεύρεση της ψυχής με το πρόσωπό του. Αυτή την κατακτημένη ευτυχία μας μεταδίδουν τα Λευκά Κελιά του Π. Λιναρδάκη, ο οποίος θέλει να μοιραστεί μαζί μας τη χαρά της ανακάλυψής του: έχοντας καταφέρει την ταύτιση της ψυχής με το σώμα της, έρχεται να μας θυμίσει τον στίχο του Ουόλτ Ουίτμαν: «τι θα ήταν η ψυχή δίχως το σώμα».