ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεκέμβριος 1980
Όλγα Μπατή
Κεραμικά από φως και όνειρο
«Παρακολουθώντας την Κάτια να ζωγραφίζει». Αυτός είναι ο τίτλος του πορτραίτου της κεραμίστριας Κάτιας Μητροπούλου, ενός πορτραίτου που υφαίνει η αδερφή της και γνωστή συγγραφέας Κωστούλα Μητροπούλου, με λέξεις γεμάτες χρώμα, σπίτια, ήλιους και μια διάφανη ζωή. Και οι λέξεις αυτές μεστές σαν πυκνές πινελιές αποδίνουν γλαφυρά το έργο, που ένα μέρους του παρουσιάστηκε το Δεκέμβριο στην γκαλερί «Μέδουσα». Πρόκειται αρχικά για μια δουλειά, που ξεκινάει από την ανάγκη να εξωτερικεύσει έναν εσωτερικό κόσμο, χαμένο ανάμεσα στα παλιά σπίτια του Γαλαξιδίου, τα σπίτια της «μενεξεδένιας πολιτείας» που χάνεται βαθιά στη μνήμη και τους λευκούς όγκους των νησιών. Οράματα ζωής δεμένα σε ένα κομπολόι που κάθε του χάντρα είναι και μια συγκίνηση.
«Σε τούτη την καινούργια δουλειά», λέει η Κάτια, «καλύπτω ένα ευρύτερο φάσμα, ξεκινώντας από το απλό περιγραφικό στοιχείο και φτάνοντας στο εντελώς αφηρημένο, εκεί που τα πάντα μπερδεύονται ανάμεσα στην πραγματικότητα και το όνειρο. Έτσι, θεματικά και χρωματικά, οι πολιτείες παίρνουν τη δική τους διάσταση, γίνονται άλλοτε σκηνικά κάποιου θεάτρου ή ξεχασμένες στιγμές σε μιαν άκρη της ψυχής μας».
«Οι πολιτείες της Κάτιας», λέει η Κωστούλα, «χωρίς πολεοδομία, χωρίς λογικά σύνορα και ονόματα που θυμίζουν άλλα ονόματα. Σαν να κόπηκε η πόλη σε κομμάτια από πάνω προς τα κάτω, πότε από αριστερά προς τα δεξιά ή το αντίθετο». Οι πολιτείες της Κάτιας. Απ’ αυτές λείπει εντελώς το ανθρώπινο στοιχείο. Να όμως που η απουσία του, με ένα μαγικό τρόπο, γίνεται παρουσία, αφού όπως φαίνεται δεύτερη πιο σοβαρή ματιά έχει στοιχειώσει μέσα στην πυκνότητα των όγκων, μέσα στο διάφανο αυτούσιο φως και τις ίδιες τις αντιθέσεις της φόρμας. Γιατί η κεραμίστρια έχει τη δύναμη να βγάζει μέσα από τα αντικείμενά της κάποια ανθρώπινη ιστορία. Οι σιδεριές, που μαρτυρούν την εγκατάλειψη, τα θεατρικά στημένα τοπία της και οι πολιτείες που συντίθενται από ανεξάρτητα μικρά και μεγάλα κομμάτια είναι το σχήμα του ίδιου του ανθρώπινου πόνου και έχουν πάνω τους ζεστά ακόμη τα ίχνη από κάποιο χέρι, κάποια σκιά. Κίνηση στα άψυχα. Αυτό μήπως δεν θέλουν να δώσουν πολλοί τεχνίτες; Και η Κάτια ως ένα σημείο το καταφέρνει. Επειδή το χρώμα της γίνεται συναίσθημα και η σύνθεση συγκεκριμένη ή αφηρημένη, μπορεί και διατηρεί μέσα της όλη την ομορφιά της πρώτης σύλληψης.
«Το σχέδιό μου», συνεχίζει, «βγαίνει όπως εκφράζομαι εγώ η ίδια. Το χρώμα επιδρά στο σχήμα αλλά δέχεται και την επέμβαση της δική μου διάθεσης. Πάντοτε προσπαθώ να κάνω μόνη μου συνθέσεις και αναμίξεις».
Πολλοί κατηγορούν την Κάτια ότι μεταχειρίζεται την κεραμική σαν ζωγραφική, ξεπερνάει εύκολα τα όρια των κανόνων και αφήνει τη φαντασία της να μεταφερθεί αυτούσια στο υλικό, χωρίς να περιορίζεται από τις αρχές του. Όμως απ’ αυτή την τόλμη βγαίνει συχνά κάτι το πολύ γνήσιο. Πρόκειται για μια αφέλεια που κρύβει μέσα της την ευαισθησία του ταλέντου και οδηγεί σε λύσεις πρωτότυπες, ευχάριστες στο μάτι. Έτσι στις συνθέσεις της ανακαλύπτει κανείς την ψυχή του ίδιου του τοπίου, το μύθο μιας ζωής αλλά και τη δύναμη των ίδιων των σχημάτων, όταν δεν εμποδίζονται από φραγμούς και άσκοπους περιορισμούς. «Είναι φορές», γράφει η αδελφή της, «που οι εικόνες από τα έξω εισβάλλουν στο χώρο του άγονου πεδίου μιας καθημερινότητας, που η Κάτια τη μισεί και την ξεχνάει ηθελημένα. Τότε γίνεται κάτι παράξενο. Αυτές οι εξωτερικές εικόνες, σε άσπρο-μαύρο, γίνονται ένα κυρίαρχο χρώμα χωρίς συγκεκριμένο όνομα και καταργούν την καθημερινότητα και ο χώρος τότε γεμίζει πουλιά εξωτικά, άγνωστα φυτά των τροπικών, λίμνες χωρίς αρχή και τέλος…» Έχουν αλήθεια τη δυνατότητα τα έργα της Κάτιας να εξάπτουν τόσο τη φαντασία; Μπορεί ως ένα βαθμό. Αλλά το κυριότερο χαρακτηριστικό τους είναι ότι παίζουν με το θεατή τίμιο παιχνίδι. Εδώ που η παράδοση γίνεται εμβόλιμο στοιχείο και το υλικό ακολουθεί τα χιλιάδες σχήματα της φαντασίας, υπάρχει η δυνατότητα της προσωπικής γραφής. Μιας γραφής η οποία δίνει στο κεραμικό τις διαστάσεις του πιο τολμηρού ονείρου.
Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ
Γιάννης Χατζημανωλάκης
Η έκθεση κεραμικής της Κάτιας Μητροπούλου που εγκαινιάστηκε στην αίθουσα τέχνης Μέδουσα στις 17 Νοεμβρίου είναι για τους πολλούς μια αληθινή αποκάλυψη. Ο επισκέπτης χαίρεται τη δημιουργική φαντασία, τη βαθύτατα καλλιεργημένη ευαισθησία, αλλά σύγκαιρα και τη σιγουριά της καλλιτεχνικής έκφρασης, που καταλήγει στο ίδιο αισθητικό αποτέλεσμα είτε χρησιμοποιεί την παραδοσιακή τεχνική με έκδηλα κάποια γνήσια λαϊκά στοιχεία, είτε επιχειρεί τις τολμηρότερες προσβάσεις στην περιοχή της μοντέρνας καλλιτεχνικής «γραφής».
«Η τέχνη σου μας αποκαλύπτει μια νέα οπτική διάσταση της ζωής – έγραψα βιαστικά στο βιβλίο επισκεπτών της έκθεσης. Μας την ευρύνει. Σ’ ευχαριστούμε γι’ αυτό…»
Δεν ήταν μόνο η εντύπωση της πρώτης στιγμής, το ξάφνιασμα από τον όγκο και την ποιότητα της δουλειάς της.
Ήταν – όπως τώρα διαπιστώνω – το φυσικό καταστάλαγμα από την πολύτιμη εμπειρία μιας πρώτης ουσιαστικής επαφής με την τέχνη της Κάτιας Μητροπούλου, που δείχνει, στην πράξη – με τη «μαρτυρία» των 26 έργων της, – πως στα χέρια μιας προικισμένης καλλιτέχνιδας με πηγαίο ταλέντο και άρτια καλλιτεχνική αρματωσιά, με ανησυχίες και προβληματισμούς, η κεραμική μπορεί να γίνεται τέχνη αυθύπαρκτη, αποδεσμευμένη από τα στενά διακοσμητικά της πλαίσια. Και σαν τέχνη αυτοδύναμη και αυτόφωτη, με τη σφραγίδα της προσωπικότητάς της, προβάλλει η δημιουργική εργασία της Κάτιας Μητροπούλου στα 36 κεραμικά που εκθέτει. Σε ποιο από όλα τα έργα να σταθεί κανείς; Ποιο να ξεχωρίσει; Σ’ όλα η ίδια υψηλή ποιοτική στάθμη. Το ίδιο αίσθημα. Ο ίδιος συναισθηματικός κραδασμός. Η ίδια ποίηση. Το υπογραμμίζω. Γιατί η Κάτια Μητροπούλου με τα δικά της θέματα – εμπειρίες από μια σωστή θέαση της ζωής αλλά και μνήμες, προ πάντων μνήμες, που όχι μόνο συντηρούν αλλά και πλαταίνουν τη ζωή – και με τα δικά της υλικά, τον πηλό και το χρώμα, συνθέτει μερικά οπτικά ποιήματα, που ευφραίνουν την ψυχή. Κι αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμά της.