ΙΔΑΝΙΚΟ ΣΠΙΤΙ – Καλοκαίρι 2004
ΙΔΑΝΙΚΟ ΣΠΙΤΙ
Σπίτια του Αιγαίου
Καλοκαίρι 2004
Τέχνης κρησφύγετο
Ένα πέτρινο λιοτρίβι μεταμορφώνεται σε καταφύγιο για να φιλοξενήσει
Ιδανικό πλαίσιο τα έργα τέχνης και τα καλοκαίρια της ιδιοκτήτριάς του.
Η Μαρία Δημητριάδη επιστρέφοντας στην Πάρο, με την ανάμνηση των πρώτων διακοπών της, θέλησε να μεταφέρει στο νησί ένα κομμάτι της αίθουσας τέχνης «Μέδουσα», που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ζωής της και τόπο συνάντησης νέων και όχι μόνο – καλλιτεχνών με το φιλότεχνο κοινό.
Αγόρασε στις Λεύκες ένα λιοτρίβι 150 ετών και του έδωσε τη σημερινή του μορφή σιγά-σιγά, με πολλή σκέψη και προσοχή. Την ενδιέφερε η παράδοση, αλλά δεν είχε σκοπό να ζήσει όπως οι αγρότες του περασμένου ή του προπερασμένου αιώνα. Η απασχόλησή της απαιτούσε την ύπαρξη της τεχνολογίας, ενώ τα έργα τέχνης έπρεπε να ενσωματωθούν στο σύνολο. ΄Ετσι, προέκυψε η μεγάλη αντίθεση εσωτερικού-εξωτερικού χώρου: το λιθόχτιστο κτίριο (με πέντε μέτρα ύψος) συντηρήθηκε επιμελώς, αφού το κύριο κτίσμα ενώθηκε με την παλιά στέρνα νερού και το μπάνιο χωρίς στέγη. Καλάμια πάνω σε ξύλινα δοκάρια – όπως ακριβώς στα παλιά σπίτια-κρύβουν καλά τη μόνωση και την πλάκα, ενώ για το δάπεδο επιλέχτηκε παλιό, παριανό μάρμαρο. Κομμάτια της λιθοδομής έμειναν εμφανή ανάμεσα στις ασβεστωμένες επιφάνειες και αρμολογήθηκαν πάλι με προσοχή. Ο χώρος είναι πολύ επιβλητικός και υποβλητικός. Το λευκό δεσπόζει αλλά η αίσθηση είναι γήινη κι ο χρόνος που έχει περάσει δονείται ακόμα σαν παρόν.. Εσωτερικές πόρτες δεν υπάρχουν και οι χρήσεις των χώρων διαφοροποιούνται από τα επίπεδα, τα οποία δημιούργησε η ένωση των παλιών κτισμάτων. Το χώρο θερμαίνουν σουηδικά καλοριφέρ τριών μέτρων κι ένα λιτό τζάκι. Τόξα στέφουν τα ανοίγματα και οι πόρτες έχουν παραθυράκια και αμπάρες, σαν τις παλιές. Κάποια επιπλέον ανοίγματα θεωρήθηκαν απαραίτητα και επιχειρήθηκαν με πολλή προσοχή για να μην καταστραφεί η παλιά λιθοδομή. Ακόμα και η ωχρή πατίνα που άφησε το νερό στα τοιχώματα της παλιάς στέρνας διατηρήθηκε ανέπαφη και αξιοποιήθηκε εικαστικά με τη βοήθεια του Γιάννη Δημητράκη. Οι παλιοί διακόπτες εργοστασίου έμειναν εμφανείς πάνω στη λιθοδομή, όπως και οι σωληνώσεις. Παλιά μάρμαρα και λιθανάγλυφα τοποθετήθηκαν στο χώρο και μαροκινά σουρωτήρια κόπηκαν σαν ήλιοι και έγιναν απλίκες. Η ιδιοκτήτρια επέλεξε αναπαυτικούς καναπέδες, ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι φαγητού και πολύ ελεύθερο χώρο για να κινείται.
Η κουζίνα με την τραπεζαρία είναι ένας μεγάλος χώρος, πολύ φωτεινός και χαρούμενος. Το παραδοσιακό συνδυάζεται με το μοντέρνο κι ακόμα κι εδώ – σε ένα χώρο πρωτίστων χρηστικό «κούρνιασαν» έργα τέχνης, όπως τα φωτοβολταϊκά του Takis στο παράθυρο, ένα έργο της Αιμιλίας Παπαφιλίππου, κρυμμένο σε μια κόγχη του πέτρινου τοίχοι… Ο χώρος της βιβλιοθήκης – με τρία εσωτερικά παραθυράκια, απομεινάρια των παλιών κτισμάτων προσφέρεται για αυτοσυγκέντρωση και παρατήρηση του νυχτερινού ουρανού. Ο λευκός καναπές σχεδιάστηκε από την οικοδέσποινα, ενώ τα έργα των φίλων της, ένα του Γιάννη Δημητράκη σε μια εσοχή του τοίχου, μια κατασκευή του Νάκη Ταστσιόγλου με μαύρο μέταλλο και φως όπως και τα plexiglas κηροπήγια του ιδίου, τη συντροφεύουν ιδανικά όταν αποσύρεται εδώ. Λίγο ψηλότερα από το καθιστικό, ένα μαύρο κρεβάτι αντικατοπτρίζεται στο συρόμενο καθρέφτη της ντουλάπας. Ο μαγνητικός τοίχος του Takis και ο ζωγραφισμένος τοίχος του Γιάννη Δημητράκη ορίζουν το χώρο.
Το μεγάλο μπάνιο σχεδιάστηκε από την ιδιοκτήτρια. Δύο έργα της Αννίτας Αργυροηλιοπούλου η «Μέλισσα» που κρεμάστηκε από το ταβάνι και το μεταλλικό «Δέντρο», δίνουν στο χώρο μια απροσδόκητη εμφάνιση. Τροπική βλάστηση καλωσορίζει τους επισκέπτες και έργα τέχνης σκορπισμένα στον εξωτερικό χώρο τους προϋπαντούν. Ένα αιολικό σινιάλο του Takis, ένα κεραμικό της Μαρίας Βλαντή και η «Σαύρα» της Αννίτας Αργυροηλιοπούλου, σαν προϊστορικό ερπετό που ξεχάστηκε στον κήπο, συζούν με τις «γάτες Κυκλάδων» – όπως τις αποκαλεί η Μαρία. Στον κήπο όπου κάποτε υπήρχαν μόνο βράχια – λεύκες μπερδεύονται με ηλιοτρόπια, τριανταφυλλιές και γιασεμιά. Σκαλοπάτια και πέτρινα πεζούλια ανάμεσα στα πράσινα, γλυκαίνουν τις υψομετρικές διαφορές. Οι κληματαριές ανεβαίνουν δημιουργώντας σκιερές γωνιές, αλλά και την πολύτιμη πρώτη ύλη του ντόπιου οίνου. Η αδάμαστη φύση σε αντίθεση με το στιβαρό κτίσμα ορίζει ένα ενδιαφέρον οπτικό παιχνίδι που κερδίζει τις εντυπώσεις.