ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Μάιος 1991
Μαρία Μαραγκού
Ο χρόνος, ο χώρος και ο κόσμος
Μια πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση είναι της Ελένης Ζούνη στην γκαλερί «Μέδουσα». Η χειρονομία και εδώ είναι νοητική, μόνο που ο κόσμος ο οποίος ερευνάται είναι εκείνος της ψυχής, από τον οποίο η Ζούνη ξεκινά για ν’ ανιχνεύσει τον κόσμο. Εδώ η χειρονομία παίζει πρωτεύοντα ρόλο ως νόημα και γραφή, ενώ το σχήμα-εικόνα καθοδηγείται από την έκφραση των διεργασιών των συνειδητοποιημένων καταστάσεων και εκείνων που βρίσκονται στο δρόμο της συνειδητοποίησης.
Πιστεύω πως στην έκφραση δεν έχει σημασία τόση το πως κάνεις κάτι αλλά γιατί το κάνεις. Αν υπάρχει αιτιολόγηση τέτοια που να πείθει, υπάρχει και αλήθεια, άρα και λόγος για τον οποίο έγινε αυτό που έγινε. Στη Ζούνη, το ενδιαφέρον βρίσκεται στην ίδια την αιτιολόγηση της πράξης. Η διάθεση να μας μιλήσει για τους προσωπικούς της τρόμους επικοινωνώντας μας τις διόδους μέσα από τις οποίους τους ξεπερνά, ενέχει την έννοια μιας αυτοαναλυτικής πορείας η οποία καταλήγει σε αποτέλεσμα. Ο τρόπος φτάνει από τη γραφή η οποία μπορεί να κουβαλά γνωστά σχήματα και επιδράσεις, αλλά και πάλι καταθέτει από ιδιωτικά μονοπάτια. Από αυτήν την άποψη έχει της δικής της συγκίνηση η όλη παρουσία των έργων. Γιατί βέβαια το πως ισορροπεί τα σχήματα, τις φιγούρες, τα μικρά επαναλαμβανόμενα σήματα, νομίζω πως δεν είναι το αιτούμενο όσο κι αν είναι καλά. Αυτό που κεντρίζει, είναι το περιεχόμενο της ζωγραφισμένης διαδρομής της σπείρας, που μεταλλάσσεται από έργο σε έργο.
“Υπάρχουν πράματα πολλά, Οράτιε, στα ουράνια και στη γη που δεν τα ονειρεύτηκε η φιλοσοφία μας”
(Σαίξπηρ, Αμλέτος, Πράξη Ι, Σκηνή 5)
Η μορφολογία του Πλανήτη Τέχνη αλλάζει αργά και σταδιακά τα τελευταία χρόνια, με τρόπο που ήδη μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε μια μεταβολή του τοπίου της τέχνης. Όλο και πιο αισθητός γίνεται ο αποχωρισμός ορισμένων καλλιτεχνών από τη συγκατοίκηση σ’ ένα ενιαίο τόπο με το κοινωνικό του περίγυρο κι’ ακόμη με την ομήγυρη των εκπροσώπων των εναλλασσόμενων καλλιτεχνικών ρευμάτων. Θα έλεγε κανείς ότι το ενδιαφέρον που το σημερινό τοπίο της τέχνης παρουσιάζει, οφείλεται σε αυτές τις πολυάριθμες και σκόρπιες αποσπάσεις της σκέψης και της γλώσσας από το εκάστοτε θεωρητικό δόγμα, που επικρατεί ανά διετία περίπου. Αν σήμερα θέλουμε να έχουμε μιαν αληθινή εικόνα του πνευματικού γίγνεσθαι, απομακρυνόμενοι από το κεντρικό καλλιτεχνικό σκηνικό, όπου ταχύρυθμα εναλλάσσονται οι πρωταγωνιστικοί τίτλοι των διαφόρων μορφών έκφρασης, αντικρίζουμε ένα τοπίο διαμορφωμένο από διάσπαρτες κι εύφορες νησίδες ύπαρξης και στοχασμού. Αποσπασμένες από κάποια αρχική ήπειρο, συνεχίζουν να φέρουν ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της προέλευσής τους, αλλά συνάμα προσφέρουν τη δυνατότητα στον επισκέπτη – θεατή να περιδιαβάσει ένα χώρο, που φαίνεται ακόμη παρθένος, όπου ο πολιτισμός δεν έχει ακόμη ορίσει τις αξίες των πραγμάτων κι’ όπου οι δρόμοι επικοινωνίας δεν έχουν φανερά δηλωθεί.
Η νησίδα του καλλιτέχνη είναι αυτός ο ιδιαίτερος, αλλά ακόμη αδιαμόρφωτος κόσμος, που όλο και συχνότερα συναντάμε σήμερα μέσα στο έργο του, όπως και στον τρόπο ζωής του. Κι’ έτσι, ενώ στον Πλανήτη Τη οι ενοποιήσεις κρατών, οι πολυεθνικές συγχωνεύσεις στην οικονομία και οι παγκόσμιες διασυνδέσεις μέσω της δορυφορικής επικοινωνίας όλο και περισσότερο αποκτούν υπέρογκα μεγέθη σε σχέση με τις ουσιαστικές ανάγκες του ατόμου στον Πλανήτη Τέχνη, οι ιθαγενείς κάτοικοι, δηλαδή οι καλλιτέχνες, σε αντίθεση με τους διαχειριστές τους, τείνουν να αποσπαστούν από μια απρόσωπη κοινωνία αγαθών και από τους ομοιόμορφους κώδικές της και καταφεύγουν σ’ έναν κόσμο διάφορο, με σύνορα τον απέραντο ορίζοντα της φύσης και του πνεύματος.
Σε μια τέτοια νησίδα συναντά κανείς και τη σημερινή δουλειά της Ελένης Ζούνη . Πάνω σε μια κόλλα χαρτί, ή πάνω σε ξύλο, με χρώματα ακρυλικά, μελάνια και βερνίκια, σε χαμηλούς τόνους, η Ελένη Ζούνη φέρει στην επιφάνεια κάποιες στοιχειώδεις μορφές :γραμμές και στρόγγυλα σχήματα, κηλίδες και ίχνη μορφών, που κατοικούν το νου και που φαίνονται να μιλούν μια άγνωστη σε μιας γλώσσα, σημαντική, όμως, για τον κρυφό δικό τους κόσμο, ακοινώνητη στον κόσμο των αντικειμενικών φαινομένων. Τα παράξενα αυτά όντα φιλοξενούνται στη νησίδα της Ζούνη με κάθε προσπάθεια διαφύλαξης της δικής τους ελευθερίας κίνησης, χωρίς κάποια απόπειρα από την πλευρά του καλλιτέχνη να γεφυρωθεί η ζωή των νοητικών όντων με μια δική μας πραγματικότητα. . Ο σχεδιασμός αυτών των στοιχειωδών όντων πάνω σε πολλαπλές επιφάνειες, που δημιουργούν μια ενότητα, και που είναι τα δίπτυχα και πολύπτυχα, όπου επανεμφανίζονται σε διαφορετική κλίμακα και χρώμα, είναι η μόνη διαμεσολάβηση του καλλιτέχνη με σκοπό να κάνει αντιληπτή τη συνεχή κι’ αδιάκοπη κίνηση του νοητικού κόσμου μέσα στον χώρο των αισθήσεων. Καμιά λογική δεν διέπει τη μετακίνησή τους. Η μόνη εικόνα που σχεδιάζεται είναι η αναπαράσταση του δικού τους ρυθμού κίνησης, ένας ρυθμός ασύνδετος τις περισσότερες φορές με τους ρυθμούς των δικών μας μέτρων.
Για αιώνες ολόκληρους, η τέχνη αντλούσε το λεξιλόγιό της από κάποια κοινή γλώσσα, ζωντανή ή σε αχρησία σε σχέση με το θέμα που αντιμετώπιζε. ΄Έστω κι εάν μετέπλαθε τις αντικειμενικές αξίες κάθε εποχής, η ανασύνταξη των στοιχείων μέσα στον πλασματικό χώρο γινόταν με βάση τη λογική κάποιου κοινού κώδικα επικοινωνίας. Και αυτή η πρακτική μπορούσε, πράγματι, να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό εργαλείο μετάπλασης και της κοινής ευαισθησίας, όσο η τέχνη συνέχιζε να ασκεί τον ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ ενός κοινού και μιας κοσμοθεωρίας.. Αλλά αυτός ο ρόλος έχει πια από δεκαετίες αμφισβητηθεί. Έχει καταστεί άχρηστος και αδύνατος. Η διαμεσολάβηση γίνεται μέσα από άλλα κανάλια επικοινωνίας, που διάνοιξε η τεχνολογία και η σύγχρονη πολιτική της οικονομίας. Ένας ολόκληρος αιώνας αμφισβήτησης αυτού του ρόλου, δεν μπορεί παρά να έχει δημιουργήσει μια εντελώς διαφορετική ευαισθησία στον ίδιον τον καλλιτέχνη. Αναφέρομαι ειδικά στον καλλιτέχνη για τον οποίον η σημασία της τέχνης ανάγεται διαρκώς και αναλλοίωτα στην περιοχή της πνευματικής αναζήτησης του ανθρώπου σε αυτόν, του οποίου οι ανησυχίες φθάνουν λίγο βαθύτερα από την κατάκτηση της επιφάνειας, όπου διεξάγεται η πράξη της πληροφόρησης, ενισχυμένης από τα τελειοποιημένα μέσα μαζικής επικοινωνίας του συγκεκριμένου γεγονότος και, παράλληλα, ευνουχισμένης από τη μαγεία της κοινωνίας στα μυστήρια του μη-συγκεκριμένου.
Στην καταπληκτική και χωρίς προηγούμενο εποχή των δορυφορικών τηλεπικοινωνιών, οι γεωγραφικές αποστάσεις έχουν εκμηδενιστεί, έτσι ώστε η αίσθηση της διάστασης του χώρου να έχει σημαντικά μεταβληθεί και η πληροφορία να γίνεται κοινή χωρίς την φυσική επαφή με το γεγονός που αποκαλύπτεται. Και όσο πληθαίνει η προβολή των γεγονότων τόσο μειώνεται η ψυχική συμμετοχή σε αυτά. Ο περίφημος και πολυσυζητημένος άνθρωπος του «παγκόσμιου χωριού» είναι πια εδώ και αρκετά χρόνια μια πραγματικότητα, που, όμως, από τη στιγμή της πραγμάτωσής του δημιούργησε και μια σειρά νέων ερωτημάτων. Ένα από τα κυριότερα, που αφορά την τέχνη και την πνευματική αναζήτηση, είναι το ερώτημα κατά πόσον ο άνθρωπος, ως άτομο, μπορεί να συνεχίσει μια δημιουργική μορφή ύπαρξης στην κατάσταση του παθητικού δέκτη, που το σύγχρονο ιδεοκρατικό σύστημα του επιβάλλει.. Στην πραγματικότητα, για μια μεγάλη μερίδα της παγκόσμιας ευαισθησίας, ο σημερινός άνθρωπος ζει δέσμιος όσο ποτέ αυτού ου ο Χάιντεγκερ κατονομάζει «τα παρευρισκόμενα και συνηθισμένα». Αλλά «με βάση τα παρευρισκόμενα και συνηθισμένα», που φτιάχνουν σιγά-σιγά τη νέα παράδοση, η «αλήθεια δεν ανακαλύπτεται», ούτε, κατά συνέπεια, και η γλώσσα που αναφέρεται με οποιοδήποτε τρόπο στην παράδοση, «ως κάτι αποκλειστικά πραγματικό», μιλάει περί της ουσίας. Ο κόσμος όλος, ο πλανήτης ολόκληρος και σε προέκταση η πληροφόρηση περί του Σύμπαντος φανερώνονται σαν ένα σύμφυρμα από φαινόμενα και γεγονότα μέσα στο οποίο το άτομο δεν έχει τον δικό του χώρο. Γνωρίζει τα πάντα που συμβαίνουν χωρίς να έχει βιώσει τα πάντα στο πετσί του. Κι έχει διαπιστώσει ότι οι ρυθμοί προβολής των γεγονότων είναι ξένοι ως προς την ικανότητα αφομοίωσής τους, που του παρέχει η Φύση. Ζει σ’ ένα παγκόσμιο χωριό, στερημένος από μια δική του κατοικία.
Το έργο της Ελένης Ζούνη είναι η αναζήτηση μιας νέας κατοικίας.Προκύπτει από την αντίσταση του πνεύματος στο έντονο βίωμα του συγκεκριμένου παγκόσμιου χώρου και χρόνου. Η απόσπασή της από τη νέα παράδοση είναι η χειρονομία αυτού που εμμένει στη διάσωση του χώρου και του χρόνου ως ερωτήματα χωρίς απάντηση ικανοποιητική, ως νοητικές εικόνες ασύνδετες με τη βάση του χώρου και του χρόνου, όπως βιώνονται επιδερμικά στο σύγχρονο πολιτισμό.
Οι μορφές τη Ε.Ζ. είναι στίγματα, που προέρχονται από αυτό που ο Bachelard αποκαλεί «φαινομενολογία της ψυχής». Μετακινούνται πάνω στην επιφάνεια χωρίς να βασίζονται σε κάποια λογική σχέση με τον χώρο. Η Ε.Ζ. σχεδιάζει, με άλλα λόγια, την απορία, και τη δηλώνει σαν το μόνο ουσιαστικό ερώτημα, που προκαλεί ο σύγχρονος κοινωνικός σχεδιασμός, βασισμένος πάνω στην επιφατική προβολή της γνώσης. Σχεδιάζει την απεραντοσύνη, σαν όραμα του ατόμου ου ζει τον εγκλωβισμό σ’ ένα παγκόσμιο γκέτο. Φαίνεται να μας λεει ότι αυτά που συνεχίζουν να συμβαίνουν μέσα στα ενδόμυχα της ψυχής είναι τόσο κεντρικά όσο κεντρική είναι η γήινη υπόσταση. Και είναι συνάμα τόσο απέραντα όσο οι ορίζοντες του Σύμπαντος, που ανοίγονται πέρα από την αντίληψη. Σχεδιάζει την τέχνη, σαν δείκτη και γλώσσα που στρέφεται και ομιλεί για την προέλευση. Η Ελένη Ζούνη ξεκίνησε εδώ και λίγα χρόνια με προορισμό την προέλευση. Προορισμός, που από μόνος του προσδιορίζει την ιδιότητα κάθε λόγου και γραφής σαν νοητική και ψυχική χειρονομία, που δεν προέρχεται αποκλειστικά από την περιοχή της αισθητικής αναζήτησης. Έτσι, η ζωγραφική νοείται και γίνεται συνάμα χειρονομία και πράξη μεταφοράς της γήινης ύπαρξης στον χώρο, όπου απόμακρα και αδιόρατα κείτονται οι αρχές και οι ουσίες της δημιουργίας του Σύμπαντος. Εκεί όπου ο χώρος του πάνω-κάτω δεν υπάρχει και τα όντα δεν δηλώνουν μια συγκεκριμένη θέση μέσα σε αυτόν, αλλά φαίνονται να κινούνται ρυθμικά, σαν να χορεύουν στον ρυθμό του χορού του θεού Σίβα, που αναπαριστά το Σύμπαν που Χορεύει. Εκεί όπου το ένα είναι το όλον και όπου το ένα είναι συνάμα τεράστιο και μικροσκοπικό. Σε αυτούς τους νοερούς τόπους, η μονάδα δεν ισοδυναμεί με τη μοναξιά, γιατί συνεργάζεται με κάθε ξέχωρο άτομο για τη διατήρηση του ρυθμού της αιώνιας δημιουργίας.
Σ’ έναν τέτοιο νοερό τόπο, σε μια τέτοια νησίδα διεξάγεται η δράση των σημείων και των όντων, που η Ελένη Ζούνη μας μεταδίδει με το δικό της ζωγραφικό λόγο σήμερα. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα ακόμη μοναχικό λόγο στην ουσιαστική πράξη της συγγραφής της παράλληλης ιστορίας του πολιτισμού μας, αυτής που σταδιακά δημιουργείται από έναν καλλιτεχνικό και πνευματικό δυναμικό εκτός των τειχών.
Έξω από τα τείχη του γνωστού χτίσματος του σύγχρονου κοινωνικού χώρου, σήμερα συνεχίζεται με ανανεωμένη ευαισθησία μια παλαιά αλλά ατέρμονη ιστορία, που από αιώνες έχει αρχίσει να γράφεται και που μιλά για «πράματα πολλά.. ... στα ουράνια και στη γη που δεν τα ονειρεύτηκε η φιλοσοφία μας». Ας μη ξεχνάμε ότι στο τέλος, αυτή θα είναι η αληθινή ιστορία.