ΑΥΓΗ
10 Νοεμβρίου 1985
Παρασκευή Κατημερτζή
Η «πολυφωνική» ζωγραφική του Γιώργου Λαζόγκα
Όταν η αναζήτηση ενός ζωγράφου καταδύεται προς τα έγκατα της ύπαρξης, εκεί που συναντώνται ο «έρωτας και ο θάνατος», όταν ο ίδιος καλλιτέχνης διατρέχει μπρος πίσω, επί χρόνια τα επάλληλα στρώματα στις σχέσεις του χώρου και του χρόνου άλλοτε ψηλαφίζοντας σβησμένες έννοιες κι άλλοτε ανασυνθέτοντάς τις με τα «παλίμψηστα», ενώ κάθε στιγμή δεν διστάζει να προχωρεί στο κομμάτιασμα της εικόνας, τον «σπαραγμό» της με τη διπλή διονυσιακή έννοια του διαμελισμού και του πάθους, τότε προβάλλει φυσικά το ερώτημα, τι επιδιώκει μ’ αυτό το ανήσυχο κυνηγητό.
Ωστόσο πριν καταλήξουμε στην απάντηση, ο αναγνώστης, ας έχει πρώτα την υπομονή να ακούσει τον Γιώργο Λαζόγκα να εξηγεί τα επιμέρους στοιχεία της δουλειάς του = που παρουσιάζεται αυτό τον καιρό στην αίθουσα τέχνης, «Μέδουσα», κι αυτό γιατί στο έργο του Λαζόγκα κάθε τι και ιδιαίτερα η στιγμή της δημιουργίας έχει μεγάλη σημασία: «Πιστεύω θα πει, ότι όσο πιο αληθινή είναι η διαδικασία πραγματοποίησης ενός έργου τέχνης τόσο πιο αληθινό θα είναι και το αποτέλεσμα που προκύπτει.
Για να συμβεί αυτό, πρέπει η ζωγραφική να είναι τρόπος, χειρονομία ζωής. Στη δουλειά των τελευταίων χρόνων υπάρχει μια μετάβαση σε μεγαλύτερες κλίμακες διαστάσεων, μια πιο ελεύθερη ζωγραφική και η χρησιμοποίηση πολλών εικαστικών μέσων, κυρίως όμως των ιχνών τους.
Μεταχειρίζομαι αυτά τα ίχνη με τη γενικότερη σημασία τους, σαν σημάδια τους, σαν σημάδια, αποτυπώματα της καθημερινής παρουσίας ενός σώματος ή μιας χειρονομίας. Δεν αναπαράγω- άλλωστε ο ρεαλισμός είναι ένας χώρος που δεν μ’ ενδιαφέρει. Ο άνθρωπος υπάρχει, σαν υπονοούμενη όμως παρουσία, αφήνοντας τα ίχνη του στον χώρο που ζει».
Αυτή η ζωγραφική του Γιώργου Λαζόγκα άρχισε πάνω σε χαρτιά απλωμένα στο πάτωμα αφού μετά το 1980 έσπασε τα πλαίσια που προηγουμένως καθόριζαν την επιφάνεια της δουλειάς του. Στη συνέχεια τα χαρτιά εξελίχθηκαν σε λευκά υφάσματα, με γραφές στους τοίχους κι ακόμα στα τζάμια.
«Ψάχνοντας τη δική μου ταυτότητα, χρησιμοποίησα την έννοια του παλίμψηστου – πάλιν ψάω – σαν μια διαφάνεια, που μου επιτρέπει να βλέπω μπρος και πίσω μέσα στο χρόνο. Γι’ αυτό και σ’ αυτή τη δουλειά δεν υπάρχει ένα κλειστό παγιωμένο σύστημα οργάνωσης του χώρου, αλλά μάλλον ένα άνοιγμα, που βγαίνει από μια ζωντανή ζωγραφική χωρίς καθορισμένα όρια, θα ‘λεγα ένα διάστημα. Εδώ η ζωγραφική γίνεται σημάδια μέσα στο χάος που δεν έχουν χρόνο, αλλά υπάρχουν πάντα.
Καθοριστική επίσης είναι η λέξη σπάραγμα, σαν πολυδιάστατη έννοια που προσεγγίζει πολλαπλά κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά φαινόμενα. Αποτελεί μια ρωγμή στην αφήγηση της ιστορίας μας που προκαλεί κοινωνικές ιδεολογικές αισθητικές και άλλες κρίσεις».
Πώς όμως συνδέονται τα παλίμψηστα και τα σπαράγματα;
«Στα πρώτα, εννοείται, η απόξεση της επιφάνειας της ιστορίας και αναζήτηση νέων σχημάτων, εκεί όπου το παλιό διασταυρώνεται με το σύγχρονο. Το σπάραγμα είναι η ποιητική ανάλυση αυτού που θα λέγαμε παλίμψηστα εικαστικά. Δεν τα θεωρών ξεχωριστά πράγματα, αλλά βλέπω το ένα να προκύπτει από το άλλο, σε μια ζωγραφική πολυφωνική – που παρακολουθεί μια χωρίς σταματημό ανησυχία, αντίθετη από την όποια εφησυχασμένη, διακοσμητική μεγαλοστομία.
Και φθάνουμε τώρα στο ερώτημά σας. Η ζωγραφική μου είναι ένα παιχνίδι που συγγενεύει με τα Διονυσιακά όργια. Ο σπαραγμός έχει αρχικά μια έννοια εξαγνιστικής τελετής, θυσίας, καταστροφής και αναδημιουργίας. Σ’ αυτό το σημείο υπεισέρχεται η έννοια της κάθαρσης που είναι αποτέλεσμα οδύνης και φυσικά καταστροφής».
Τι εννοούσατε προηγουμένως λέγοντας ότι η ζωγραφική σας είναι αντίθετη με τη διακοσμητική μεγαλοστομία;
«Δυστυχώς, θα πρόσθετα εδώ, είναι αντίθετη και με κάποιους σύγχρονους καλλιτέχνες που κατά λάθος χάνονται ανάμεσα σε μια πρωτοπορία που έχει αναλωθεί και διαβρωθεί σε ξένα σταυροδρόμια, κάτω από άλλες προδιαγραφές. Εγώ πιστεύω ότι ο τόπος μας μπορεί ακόμα να γεννάει, μόνο που το παιχνίδι της δημιουργίας πρέπει να ναι πραγματικά αληθινό.
Όμως εδώ συμβαίνουν πράγματα απόλυτα αντιφατικά. Από τη μια, εμφανίζεται μια ψεύτικη πρωτοπορία – οι γνήσιοι δημιουργοί είναι ελάχιστοι, και από την άλλη μεριά υπάρχει ένας νόθος λαϊκισμός – αυριανισμό τον λέμε σήμερα – που κατατρέχει κάθε γνήσια προσπάθεια».
Εσείς, που τοποθετείσθε;
«Η μυθολογία, η Οδύσσεια, η Ιλιάδα, είναι οι καταβολές μου. Πιστεύω ότι αυτές οι γραφές είναι ο λόγος που διατρέχει ασταμάτητα την ελληνική ιστορία.
Επιβιώνουμε σαν πολιτισμός μέσα απ’ αυτό ακριβώς το λόγο και δεν έχω εθνικιστικές αυταπάτες. ΄Αλλωστε, μέχρι τώρα κατάφερα να μιλάω σωστά μόνο τα ελληνικά το λέω γι’ αυτούς που μας θεωρούν Αμερικανούς ή Ιταλούς. Στην αφετηρία οι Έλληνες ταξιδεύουν πάντα και αφομοιώνουν, δημιουργώντας μια δική τους ταυτότητα.
ΕΙΚΟΝΕΣ
11 Δεκεμβρίου 1985
Μαρία Κοτζαμάνη
Ταξίδι στο χρόνο
Οι νέες κατευθύνσεις στη ζωγραφική του Γιώργου Λαζόγκα
Το πρόβλημά μου στη ζωγραφική δεν είναι η ανακάλυψη νέων γραφών, αλλά οι νέες συμβολικές που προκύπτουν από την ταύτιση ή επαναχρησιμοποίηση των παλιών τρόπων, με μια νέα όραση-ιδεολογία. Με αυτά τα λόγια ο Γιώργος Λαζόγκας καθορίζει το στίγμα της δουλειάς του, νομιμοποιώντας την ελευθερία της καλλιτεχνικής του έκφρασης.
Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι ούτε καινούριο, ούτε αποκλειστικά δικό του. Η ανάγκη ενός επαναπροσδιορισμού της καλλιτεχνικής δημιουργίας αποτελεί σήμερα ένα από τα βασικά αιτήματα της μετα-μοντέρνας τέχνης.
Μέσα σε αυτή την προβληματική εντάσσεται και η καινούρια δουλειά που παρουσίασε πρόσφατα ο καλλιτέχνης στην γκαλερί «Μέδουσα», επιχειρώντας τις δικές του εκτιμήσεις σε ένα θέμα που επιδέχεται και προκαλεί πολλές εκδοχές υποκειμενικών προσεγγίσεων. Ας δούμε πως αντιμετωπίζονται οι καινούριες αυτές συμβολιστικές από έναν καλλιτέχνη της νεότερης γενιάς ο οποίος χρησιμοποιεί της διαπολιτιστικές καταβολές της τέχνης, σαν αφετηρία νέων κατευθύνσεων.
«Προσωπικά πιστεύω», υποστηρίζει ο Λαζόγκας, «ότι η σημερινή έκφραση της εποχής μας θα προκύψει από μια επαλληλία γραφών που θα διευρύνουν τους ορίζοντες της τέχνης, περιέχοντας το χθεσινό και το αυριανό που προετοιμάζεται. Μια ελεύθερη διακίνηση μπρος και πίσω στο χρόνο, που για μένα συγκεκριμενοποιείται πλαστικά με την έννοια του παλίμψηστου, όπως στα παλιά χειρόγραφα, όπου η αρχική γραφή αφανίστηκε για να γραφεί επάνω της ένα νέο κείμενο. Αυτή η ελεύθερη στρωματογραφία της ζωγραφικής γλώσσας, αφού αναλύθηκε προηγουμένως εννοιολογικά, σήμερα βγαίνει πιο άμεσα και παρορμητικά, οδηγώντας σε νέα καταστάσεις πλαστικών διερευνήσεων».
Η δουλειά του Λαζόγκα ανήκει σε ένα γενικό κλίμα, σαν μια προσωπική μυθολογία που ταξιδεύει ελεύθερα στο χρόνο και στην ιστορία, χωρίς ενστάσεις, απωθήσεις, απαγορεύσεις. Πολλές φορές οι αρχικές αναφορές αναγνωρίζονται στη δουλειά του, υποδηλώνοντας το εικονιστικό τους υπόβαθρο.
Που αποβλέπει η ηθελημένη αυτή οικειοποίηση και με ποιους τρόπους δικαιώνεται η καλλιτεχνική αυθαιρεσία σε καλλιτεχνικά νόμιμη προσπάθεια;
«Για μένα», λέει ο Λαζόγκας, «όσο πιο γνήσια και αληθινή είναι η διαδικασία της δημιουργίας, τόσο πιο αληθινό θα είναι κάτι το αποτέλεσμα. Και αληθινή διαδικασία σημαίνει γνήσιες σχέσεις με ότι αφορά τη ζωγραφική: Με τα υλικά και το χώρο, με τις μνήμες που σε σημάδεψαν και με τις βιωματικές εμπειρίες της ίδιας σου της ζωής. Δεν αρνούμαι τις καταβολές μου, πιστεύω όμως σε αυτή τη συνεχή μεταβλητότητα των μορφών, σε αυτή την «αναπόφευκτη τροποποιητικότητα του ορατού» με την σημασία που την εννοούσε ο Τζόις».
Μεταμορφώσεις του υπαρκτού, εικόνες που η συνειρμική τους οδηγεί σε τολμηρές συσχετίσεις, α-λογοκριμένες εικόνες της μνήμης και στοιχεία που παρουσιάζονται μέσα στη ροή του γίγνεσθαι, περνούν στη ζωγραφική του Λαζόγκα με την αμεσότητα ενός προσωπικού ημερολογίου. Μια δουλειά ανοιχτή προς όλες τις κατευθύνσεις και συγχρόνως μια αντιπροσωπευτική κατάθεση ενός καλλιτέχνη που δεν μιλά εξ’ ονόματος κανενός άλλου.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
14 Νοεμβρίου 1985
Ντόρα Ηλιοπούλου Ρογκάν
Ματιές στις εκθέσεις
Στα έργα που δείχνει στην γκαλερί Μέδουσα, ο Λαζόγκας επιχειρεί ένα άνοιγμα της έκφρασής του: γνώρισμα που δείχνει ότι συνειδητά θέλει να ανανεώσει την εικαστική του γραφή. Στο μακρινό παρελθόν ανήκουν πια οι πρότυπα εννοιολογικές σε ύφος συνθέσεις με τις οποίες είχε πρωτοπαρουσιασθεί στον εικαστικό χώρο ο καλλιτέχνης. Το ίδιο ανήκουν στο παρελθόν και οι σχετικές αμφιβολίες της δράσης που είχε παρουσιάσει στην Αθήνα το 1983. Βέβαια και στην τωρινή του δουλειά διακρίνουμε μερικές εξαιρετικά καλές κι άλλες λιγότερο, στιγμές του δημιουργού. Στην πρώτη κατηγορία επισημαίνουμε συνθέσεις όπως Αποκαθήλωση Ι, Παλίμψηστο ΙΙ, Αχιλλεύς ΙΙ, Αποκαθήλωση ΙΙ, Οδύσσεια. Σε αυτές ο ζωγράφος αποκαλύπτει μια ποιητική σε υφή ευαισθησία σε ότι αφορά το σχέδιο και το χρώμα. Υπάρχει μια διαφάνεια σε αυτά τα έργα που σε προκαλεί να φαντασθείς πολύ περισσότερα από όσα συμβαίνουν απλώς μέσα από χρωστήρα. Υπάρχει ακόμη ένας ρυθμός και μια κίνηση: χαρακτηριστικά που δείχνουν ότι αν ο Λαζόγκας συνεχίσει προς αυτή την κατεύθυνση θα ανακαλύπτει ολοένα δημιουργικές λύσεις. Αντίθετα σε έργα όπως εκείνα που φέρουν τον τίτλο «Λέσβος» υπάρχει μια βιασύνη που επιδρά αρνητικά πάνω στο σχέδιο. Τα έργα αυτά δεν χαρακτηρίζονται από την ωριμότητα της προηγούμενης δουλειάς. Γενικά ο καλλιτέχνης δείχνει ότι έχει ήδη μπει σε μια καινούργια, τροχιά και φάση κι ότι έχει πολύ ευοίωνες προοπτικές κι ένα ελπιδοφόρο μέλλον.