ΑΝΤΙ, 6 Φεβρουαρίου, 2004
Μάνος Στεφανίδης
Στην “Μέδουσα” εκθέτει αυτό τον καιρό ένας πολύ σημαντικός δημιουργός που εξελίσσει εδώ και χρόνια με συνέπεια την μορφοπλαστική του έρευνα συνδυάζοντας φόρμες συμπαγείς και βαριές με φόρμες διάφανες και αέρινες συγκερνώντας, μ’ άλλα λόγια, το φως με την ύλη, την κομψότητα με την ευστάθεια, το μνημειώδες με το υπαινικτικό, τη θεατρικότητα με τον στοχασμό. Δουλεύοντας μέταλλο, πλέξιγκλας και σωλήνες νέον, ο Ταστσιόγλου στήνει γλυπτικές συνθέσεις που μετεωρίζονται ανάμεσα στο είναι και το φαίνεσθαι και που υπακούουν στην σιωπηλή λογική μιας κρυμμένης αλλά δυναμικά παρούσας γεωμετρίας.
Ελευθεροτυπία , 9 Φεβρουαρίου 2004
Μαρία Μαραγκού
Ένα δωμάτιο ή ένα γλυπτό;
Θα μπορούσαμε να μιλάμε για σκληρά, δύσκαμπτα υλικά που πρέπει να αποκτήσουν ενέργεια και κίνηση, για να μπορεί το αντικείμενο να νομιμοποιείται ως γλυπτό, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στον έλεγχο του κενού και του πλήρους που είναι διάφανο. Πληροφορίες μιας άψογης τεχνικής που υπάρχει στη δουλειά του Νάκη Ταστσιόγλου, τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια . Αλλά οι περιγραφές του είδους συνθέτουν μια σύμβαση, αφού όλα τα έργα με κάποια υλικά και μια σκέψη γίνονται. Μερικά έχουν και έμπνευση και ενίοτε τόλμη, όταν υπερασπίζονται για παράδειγμα τη γλυπτική.
Η δουλειά του Ταστσιόγλου και έμπνευση έχει και τόλμη. Στην πρόσφατη έκθεσή του, ο διάλογος των υλικών του ξεπερνά εκείνο το ζήτημα του παγιδευμένου φωτός, το άλλο της άνωσης του απολεσθέντος βάρους του πλεξιγκλάς, την ποιητική της φόρμας. Είναι τα στοιχεία που διαθέτει για να προσεγγίσει το διάλογο του έγκλειστου και του ανοιχτού, αφήνοντας μετέωρο το ερώτημα αν το έργο είναι εν δυνάμει δωμάτιο με θέα τον κόσμο ή γλυπτό κατοικημένο, με τάση τη σχέση με το θεατή και την μετεξέλιξή του με την ανθρώπινη κίνηση. Δεν αναφέρομαι στην έννοια του δωματίου-κουτιού που περιέχει ποικίλα έργα και ιδέες προχωρώντας ένα είδος installation μικρού χώρου αλλά στο μεγάλο, μνημειακό, πιθανώς έργο στο χώρο όπου παραδίδονται και αφορμές στο θεατή για διάλογο. Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για το κρυφό έργο του Ταστσιόγλου, στον εξωτερικό χώρο της γκαλερί αλλά και για τα έργα όπου ο άνθρωπος μπορεί να βρεθεί μέσα στο γλυπτικό χώρο, να εκφράσει προσωπικές επιθυμίες, κάπως σαν «νάρκισσος» σε καθρέφτη ή έγκλειστος σε μια επιφάνεια που βλέπει προς τα έξω αλλά και τον βλέπουν από έξω. Αιχμηρά έργα, παγιωμένα στη συνείδηση του υλικού και εύπλαστα στις ανθρώπινες αδυναμίες. Αν δεχτούμε ότι το έργο τέχνης διαθέτει κάτι περισσότερο από ένα ρόλο οργανικό στον καθημερινό χώρο (μερικά ζητήματα που τα είχε καταργήσει εντελώς ο 20ος αιώνας και που μέχρι πρότινος θα τα θεωρούσαμε παλιομοδίτικους ή απλοϊκούς συλλογισμούς, μοιάζει να ξαναμπαίνουν στη ζωή μας από άλλους δρόμους ίσως και από τους διαρκώς ανανεωμένους ρόλους της αγοράς προς μια πελατεία η οποία συνεχώς ανανεώνεται), αν δεχτούμε ότι ο μεγάλος ρόλος και το ουσιαστικό στοιχείο του, αν φυσικά υπάρχει, είναι η αλλαγή του ανθρώπου που ζει μαζί, θα πρέπει να αναρωτηθούμε και ποιος ο προορισμός της τέχνης, έξω από το σπίτι του συλλέκτη ή τον εκθεσιακό χώρο. Υπάρχει προορισμός, δίχως τη δυνατότητα να γίνει το έργο δημόσιο και κάτω από ποιους όρους, σε ένα τόπο που ούτε την τέχνη αγαπά ούτε και την γλυπτική υποστηρίζει, παρά το γεγονός ότι όλοι μα όλοι πιστεύουν ότι υπάρχει δυνατή υποστήριξη. Ευτυχώς που η ανάγκη να προχωρεί κανείς δεν συνάδει ακριβώς με το μέλλον του έργου και πως θα του συμπεριφερθούν εκείνοι στους οποίους προορίζεται.
Είναι το κομμάτι των μελαγχολικών σκέψεων που συνοδεύει πάντα τις πολύ καλές εκθέσεις σ’ αυτή την πόλη. Ο Νάκης Ταστσιόγλου παρουσιάζει μια εξαιρετική έκθεση. Με μελαγχολεί η απουσία ευρύτερης προοπτικής αυτής της δουλειάς, σε ένα χώρο όπου οι καλλιτέχνες εξακολουθούν να είναι έγκλειστοι.
Εστία, 26 Ιανουαρίου 2004
Κρίστα Κωνσταντινίδη
Οπτικές μεταμορφώσεις
Με αφετηρία τα δύο αντικριστά επίτοιχα γλυπτά, που είχαμε δει και τον Οκτώβριο στην Μέδουσα (Ψέματα και αλήθειες) και που κατά την γνώμη μου σηματοδοτούν ένα ενδοσκοπικό άνοιγμα στην πορεία του Νάκη Ταστσιόγλου, ξεκινά η τρέχουσα ατομική του στον ίδιο χώρο.
Πρόκειται για μια ενότητα γλυπτών μεγάλων διαστάσεων από σίδερο, Plexiglas και φως. Υλικά που συνδυάζουν τη γραμμική αυστηρότητα του όγκου με την ανάλαφρη υφή της διαφάνειας. Τη δύναμη με την ευαισθησία. Ο Ταστσιόγλου ασχολείται από το 1980 με το Plexiglas ευάλωτο και συγχρόνως επιθετικό βιομηχανικό υλικό, που μαγνητίζει τις φευγαλέες εικόνες των αντανακλάσεων. Μ’ αυτό άλλωστε στις “αποσκευές” του έλαβε μέρος στην Μπιεννάλε της Βενετίας το 1995. Αργότερα το ταιριάζει με τον συμπαγή όγκο του μετάλλου, παραπέμποντας σε μια αντιπαράθεση των εννοιών ύπαρξη-ανυπαρξία, υλικό-άυλο, άρα και υπαρκτό-μη υπαρκτό.
Σε κάποια έργα της τελευταίας του αυτής ενότητας ο όγκος εγκλωβίζεται από τη διαφάνεια ή αντιστρόφως. Οι φόρμες χάνουν τη διακριτικότητα της καμπύλης, πιο συχνής σε παλαιότερες συνθέσεις απλοποιούνται, οξύνονται, δυναμώνουν. Η λυρική γεωμετρία δίνει τη θέση της σε οπτικές μεταμορφώσεις, που προεκτείνουν την καλλιτεχνική πράξη πέρα από κλειστά σχήματα έκφρασης.
ΤΑ ΝΕΑ
8 Δεκεμβρίου 1999
Χάρης Καμπουρίδης
Σε δημιουργική τροχιά και πάλι η Μέδουσα
Στην αισιόδοξη ατμόσφαιρα συνεισφέρει και ο ανανεωμένος χώρος της «Μέδουσας».
Η διευθύντρια Μ. Δημητριάδη φαίνεται αποφασισμένη να κερδίσει και πάλι μια από τις πρώτες θέσεις στις γκαλερί, όπως είχε για 20 χρόνια. Μαζί με μια μικρή ανθολογία παλιών συνεργατών και αριθμημένα καλλιτεχνικά αντικείμενα ή κοσμήματα (μια καθιερωμένη, πλέον τακτική για την διάδοση της τέχνης από γκαλερί και μουσεία) έχει ατομική του Νάκη Ταστσιόγλου.
Αφαιρετική γλυπτική, ορθογώνιες όρθιες φόρμες, με φινετσάτες διαφανείς γραμμές τριγύρω από πλεξιγκλάς προεκτείνουν τον τύπο του αρχαίου αγάλματος σε εννοιολογικές διαστάσεις.