Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ
11 Ιουνίου 2005
Βιβή Βασιλοπούλου
Σαν βροχή πάνω στους τοίχους
Σπάνια μπαίνοντας κανείς σε μια αίθουσα έχει τόσο εδραία την αίσθηση της Τέχνης, και αυτό στην περίπτωση του Anton δεν οφείλεται βέβαια μόνο στο «περιεχόμενο» των έργων, που εδράζεται κυρίως στην γεωμετρία.
Άλλωστε «η ίδια η προέλευση των σχημάτων, μαθηματική, λογική, βρίσκεται σε συνεχή «(στα όρια της διάλυσης) αμφισβήτηση μέσα στον ψευδαισθησιακό, ζωγραφικό χώρο, πράγμα που λειτουργεί ως υποκινητής εγρήγορσης της όρασης και του πνεύματος, ξαναδίνοντας στον θεατή τη δυνατότητα ν’ αναρωτιέται, να αμφιβάλλει, να ζητά εξηγήσεις, να πλάθει με τη φαντασία του άλλης τάξης διαστάσεις και άλλους χώρους και χρόνους, Μια άλλη δυνατή αρμονία».
Ωστόσο η έδραση του συνόλου των έργων τεκμηριώνεται πάνω σε βασικές αρχές της Τέχνης και μαζί τους στη συνέπεια, στην εξέλιξη, στην έρευνα του αρχικού, στην εξερεύνηση του αρχετυπικού.
Έτσι οι αρχέγονες γεωμετρικές «μορφές» που ιχνογραφούνται στους πίνακές του γίνονται προτάσεις προσωπικές, όσο και αναφορικές μιας πνευματικής λειτουργίας, από την οποία δεν λείπει το συναίσθημα.
Αναζητώντας μια άλλη διάσταση ο Anton αντλεί αδιάκοπα από τη μαθηματική αλήθεια χωρίς να αποφεύγει και την ψευδαισθησιακή, όπως εκείνη της φωτογραφίας ούτε την ποιητική, όπως του Pessoa για παράδειγμα, τον οποίο δεν επικαλείται τυχαία: «Ανοίξτε μου όλα τα παράθυρα, ξηλώστε μου όλες τις πόρτες! Σηκώστε τα σπίτια από πάνω μου! Θέλω να ζήσω ελεύθερα στον άνεμο, θέλω να κινηθώ έξω από το σώμα μου! Θέλω να κυλάω σαν τη βροχή πάνω στους τοίχους». Σαν το χρώμα πάνω στους πίνακες.
Ούτως ή άλλως, εντός ή «εκτός σχεδίου», μπορεί να διαπιστώσει κανείς, παρακολουθώντας την πορεία αυτής της δουλειάς, ότι με το πέρασμα του χρόνου πιστοποιείται και ένα «πέρασμα» από τον πραγματικό στον ιδεατό και ψυχικό κόσμο. Με την ακλόνητη πεποίθηση ότι η Τέχνη είναι κυρίως ψυχική εκδήλωση. Το «πολιτιστική» είναι εφεύρεση νεωτεριστική.
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΜΙΑΝ ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Η σκηνογραφία δεν είναι πια ίδια: ο άνθρωπος πού, γυμνός και σε διάφορες πόζες, πάντα ο ίδιος, αναδυόταν μέσα από εντυπωσιακές αναμνήσεις γκρίζων ή εβένινων χρωμάτων (πλατειές βίαιες πινελιές, δυναμικές κινήσεις, «πνιγμένα» φωτεινά ξέφωτα) δεν είναι πια ενώπιόν μας. Σχεδόν. Μάλλον. Πάντως δεν εμφανίζεται πια απ’ τον ένα στον άλλο πίνακα, με φτερούγες αγγέλου ή, άλλοτε μ’ ένα ταριχευμένο κόρακα (αυτόν τον μαύρο δαίμονα πού ονειρεύεται ανάμεσα σε γη και ουρανό, ανθρώπους και ζώα, ζωντανούς και νεκρούς…) κρατημένο σφιχτά στο στήθος του ή σε ένα βάθρο εμπρός του. Ούτε μ’ ένα καπέλο τρελλού (ή μήπως βασανισμένου όπως εκείνη του Αμπού Γκράιμπ…) στο κεφάλι και κρίνα αγνότητας στα χέρια, ως Ευαγγελιστής νέων παραδείσων. Μοναχικός, παράδοξος, ναρκισσευτής, αμφίσημος, τραγικός και κωμικός μαζί, αυτός ο άνθρωπος με τις πολλές μάσκες και τις άπειρες ιδιότητες υπάρχει πάντα και πάντα εξακολουθεί να ερευνά τη σιωπή, το πώς, το γιατί το ίσως το ανάμεσα. Μα ο τρόπος άλλαξε. Τα αινιγματικά αναπαραστατικά έργα της προηγούμενης περιόδου τα οποία στηρίζονται στην χημική, φωτογραφική επεξεργασία της εικόνας, εξακολουθούν να βρίσκονται στην περίμετρο των εικαστικών του αναζητήσεων. Το ίδιο και οι μικρές πολύχρωμες ακουαρέλλες ή οι μεγάλες αναμορφωτικές συνθέσεις του των δύο τελευταίων χρόνων.
Όμως και κάποια νέα (ή μήπως πολύ παλιά;) αιτήματα, αισθητικά όσο κι υπαρξιακά, επιβάλλουν τελευταία την επιτακτική παρουσία τους: αυτά, κυρίως, έχουμε μπροστά μας.
Ο καλλιτέχνης Αντώνης Νίκογλου επανενδύεται σήμερα την πρωταρχική του ιδιότητα – ο αρχιτέκτων πολεοδόμος γίνεται γεωμέτρης… Μιας ιδιαίτερης βέβαια, γεωμετρίας. Τα σχήματα πού εγκαθίστανται στις επιφάνειες των πινάκων του, - ένα παραλληλεπίπεδο, ένας κύβος, οποιαδήποτε γεωμετρική μορφή - εμφανίζονται σαν να αιωρούνται σ’ ένα χώρο χωρίς βαρύτητα, χωρίς καμμιά έγνοια αναγεννησιακής προοπτικής, ή ηθελημένα σπάζοντάς την, σ΄ ένα σύμπαν όπου οι σκιές δεν προβάλονται, οι όγκοι δεν υπάρχουν υπό την δική μας αντίληψη των όγκων, οι φωτισμοί είναι μόνο αυτοί των χρωματικών επιπέδων τα οποία, πάλι, δεν ταράσσονται παρά από τους ανεπαίσθητους που διατρέχουν τα illusionistes χρωματικά πεδία.
Πριν από τις μορφές και τα σχήματα, αντιλαμβανόμαστε σύντομα ότι ο Α. Ν. ζωγραφίζει την ίδια την έννοια –ιδανική, αυθαίρετη, αφηρημένη– κάθε σχήματος και μορφής, και μετά μια ιδιαίτερη κατηγορία αντικειμένων, αναγνωρίσιμων κι επομένως καθησυχαστικών. Η ίδια η προέλευση των σχημάτων, μαθηματική, λογική, βρίσκεται σε συνεχή (στα όρια της διάλυσης) αμφισβήτηση μέσα στον ψευδαισθησιακό ζωγραφικό χώρο, πράγμα πού λειτουργεί σαν υποκινητής εγρήγορσης της όρασης και του πνεύματος, ξαναδίνοντας στον θεατή την δυνατότητα ν΄ αναρωτιέται, να αμφιβάλλει, να ζητά εξηγήσεις, να πλάθει με την φαντασία του άλλης τάξης διαστάσεις κι άλλους χώρους και χρόνους. Μιαν άλλη, δυνατή, Αρμονία.
Επιστρέφοντας από πλάγιους δρόμους στην φύση των νεανικών του χρόνων και στην πρώτη του επιστήμη, ο Α. Ν. δεν κάνει παρά ν΄ απευθύνει και στις δύο τις αγωνίες και τα ερωτήματα που ανέκαθεν τον βασανίζουν, όπως βασάνισαν κάποιους μεγάλους πρόδρομους της τέχνης τους 20ου αιώνα σε κρίσιμες στιγμές της Ευρωπαϊκής ιστορίας και του πολιτισμού, με την δημιουργική ένταση και φλόγα που μόνον η ποίηση μπορεί να συντηρεί κι αναζωπυρώνει – αντιτιθέμενος έτσι, χωρίς καν να το επιχειρεί, στην έλλειψη παντελούς νοήματος αυτού πού γενικώς αποκαλείται «πραγματικό», σύγχρονο ή απλώς «νέο» . Απομακρυνόμενος σταθερά από το στενό «στόμιο» όπου χάνονται ορδές ολόκληρων μοντέρνων καλλιτεχνών πού δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν παραλλαγές του ίδιου πάντα θέματος με τα ίδια περίπου (κυρίως τεχνολογικά) μέσα, ο Α. Ν. προτιμά να περιπλανάται στα τεράστια κι ανεξερεύνητα πεδία της δημιουργίας που η ελευθερία του πνεύματος ανοίγει σε λίγους μοναχικούς περιπατητές. Οι αρχέγονες γεωμετρικές μορφές που ιχνογραφούνται στους πίνακές του, καθίστανται τελικά οι πιστότερες (αυτο)προσωπογραφίες του, ενός αρχιτέκτονα των βυθών του ανθρώπινου πνεύματος και δημιουργούν της ανάμνησης των εσωτερικών ήλιων.
Εν έτει 2005 εν μέσω ενός κόσμου τον οποίο είχαμε οραματιστεί τουλάχιστον διαφορετικό, 100 χρόνια σχεδόν μετά τους σουπρεματιστές και νεοπλαστικούς, τον Mondrian, τον Μάλεβιτς κι όλους τους άλλους, καιρός είναι ν΄ αφήσουμε τα αντικείμενα να κατακλύζουν τις προθήκες των σουπερμάρκετ, τις οθόνες των τηλεοράσεων και τα σκονισμένα ράφια των νεο-συντηρητικών αντιλήψεων για ν΄ αρχίσουμε επιτέλους, ξανά, να αναπνέουμε.
Βάσια Καρκαγιάννη - Καραμπελιά.